• 12 Μαΐου, 2024

Κυριακή του Θωμά – Κήρυγμα του Αρχιμ. Γεωργίου Γιαννιού

Κυριακή του Θωμά – Κήρυγμα του Αρχιμ. Γεωργίου Γιαννιού

Βρίσκονταν, χωρίς αμφιβολία, σε απελπιστικά αδιέξοδα οι Μαθητές του Χριστού. Τα γεγονότα του Πάθους του Χριστού είχαν κλονίσει τις ελπίδες τους για τη λύτρωση του Ισραήλ. Το μένος του πλήθους τους έκαμε να κλειστούν στο υπερώο σε μια στάση αναμονής. Μερικά μηνύματα, από το πρωί της μεγάλης εκείνης ημέρας της «μιάς των Σαββάτων», έριξαν κάποιες ελπίδες, τα συναισθήματα, όμως, ήταν ακόμα αλληλοσυγκρουόμενα. Οι πληροφορίες των Μυροφόρων ότι «εωράκασι τον Κύριον» δεν τους φάνηκαν πιστευτές. Τις απέδωσαν σε γυναικείες φαντασιώσεις. Ο Πέτρος και ο Ιωάννης έτρεξαν στο μνημείο, αλλά δεν είδαν τον Χριστό. Είδαν κενό τον τάφο. Άνοιξε μέσα τους το παράθυρο της ελπίδας, αλλά υπήρχαν και αμφιβολίες. Ο Λουκάς και ο Κλεόπας τους διαβεβαίωσαν ότι τον συνάντησαν στον δρόμο προς την Εμμαούς και ότι

«εγνώσθη αυτοίς εν τη κλάσει του άρτου». Μα μήπως έπεσαν και αυτοί θύματα αυθυποβολής;

Σ’ αυτή την κατάσταση βρίσκονταν οι δέκα Απόστολοι το βράδυ εκείνης της μεγάλης ημέρας της Ανάστασης. Δεν είχαν καμιά προδιάθεση για να πέσουν σε αυταπάτες. Και έρχεται ο Χριστός, «κεκλεισμένων των θυρών»˙ τον βλέπουν, τους μιλά, και το σκηνικό αλλάσσει. Τα πρόσωπά τους φωτίζονται. Αποκτούν θάρρος και παρρησία, αποβάλλοντας τον φόβο και την εσωστρέφεια. Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες θα ήταν λογικό ο Θωμάς να πεισθεί στις διαβεβαιώσεις των άλλων Μαθητών. Δέκα καθόλα αξιόπιστοι άνθρωποι τον διαβεβαιώνουν ότι είδαν τον Χριστό, ότι τους μίλησε, ότι τους έδωσε σαφείς πληροφορίες και οδηγίες για την αποστολή τους. Και, όμως, αμφιβάλλει.

Ως εδώ θα μπορούσε κάποιος να τον δικαιολογήσει. Και οι άλλοι αμφέβαλλαν προηγουμένως. Ο Θωμάς, όμως, δεν κάνει τίποτα για να διώξει την απιστία του. Δεν έτρεξε στο μνήμα όπως ο Πέτρος και ο Ιωάννης. Δεν πήγε να βρει τις Μυροφόρες, ούτε και επεδίωξε να δει τον Λουκά και τον Κλεόπα. Κλείστηκε στον εαυτό του και πρόβαλλε πεισματικά το «εάν μη ίδω ου μη πιστεύσω». Είναι γι’αυτό τον λόγο που τον ελέγχει ο Χριστός, σήμερα, μετά από οκτώ μέρες, όταν ξαναεμφανίζεται στους μαθητές, και του λέγει: «Ότι εώρακάς με πεπίστευκας; Μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες». Με τα επιτιμητικά αυτά λόγια δεν ζητά ο Χριστός τυφλήν αποδοχή σε ό,τι μας παρουσιασθεί, αλλά τονίζει δύο πράγματα:

Πρώτα ότι δεν θα πρέπει να επιδεικνύουμε αρνητική και παθητική στάση στα ζητήματα της πίστης αλλά να προχωρούμε σε καλοδιάθετη εξέταση. Δεν έχει καμιά σχέση με το Ευαγγέλιο το «πίστευε και μη ερεύνα» που μας προσάπτουν πολλοί. Στην Εκκλησία ισχύει το «ερευνάτε τας Γραφάς˙ αυταί γάρ εισιν αι μαρτυρούσαι περί εμού». Η πίστη μας στον Χριστό θα ενδυναμωθεί και με την έρευνα του φυσικού κόσμου, αφού είναι έκδηλη η παρουσία του Θεού στον κόσμο και εμφανή τα σημάδια της δημιουργικής του δύναμης. Ο ιερός ψαλμωδός λέγει χαρακτηριστικά: «Οι ουρανοί διηγούνται δόξαν Θεού, ποίησιν δε χειρών αυτού αναγγέλλει το στερέωμα». Και ο απόστολος Παύλος λέγει ότι «τα αόρατα αυτού από κτίσεως κόσμου τοις ποιήμασι νοούμενα καθοράται, η τε αϊδιος αυτού δύναμις και θειότης»(Ρωμ.1,20). Δηλαδή από τότε που εκτίσθη ο κόσμος, οι αόρατες τελειότητες του Θεού γίνονται αισθητές με τη διάνοια, διαμέσου των δημιουργημάτων, τόσο η αιώνια παντοδυναμία του όσο και η κάθε θεία τελειότητά του.

Ο Χριστός θέλει, ύστερα, να μας πει ότι δεν θα πρέπει να εμπιστευόμαστε μόνο τις σωματικές αισθήσεις μας, για πιστοποίηση κάποιων γεγονότων, γιατί αυτές πολλές φορές μας απατούν. Κάποια θέματα θα πρέπει να τα προσεγγίζουμε με μιαν έκτη αίσθηση, την αίσθηση της πίστεως. Και πράγματι! Αν κοιτάξουμε γύρω μας θα αντιληφθούμε ότι όλη, σχεδόν, η ζωή μας και η καθημερινότητά μας στηρίζονται όχι σε δικές μας γνώσεις αλλά στο ότι εμπιστευόμαστε άλλους. Ερευνήσαμε ο καθένας μας προσωπικά ότι η πρωτεύουσα π.χ. της Κίνας είναι το Πεκίνο; Εμπιστευόμαστε τη μαρτυρία άλλων. Κάναμε προσωπικά το πείραμα και αποδείξαμε ότι το νερό στην επιφάνεια της θάλασσας και σε πίεση μιας ατμόσφαιρας έχει σημείο βρασμού 100 βαθμούς Κελσίου; Εμπιστευόμαστε τους ερευνητές και τους επιστήμονες. Αν ο καθένας μας ζητούσε να κάνει τις δικές του μετρήσεις και να βασιστεί στις δικές του αισθήσεις, η ανθρωπότητα δεν θα προχωρούσε μπροστά. Θα μέναμε στο ίδιο σημείο γιατί θα μας προλάβαινε ο θάνατος. Η Επιστήμη προχωρά γιατί κάθε επιστήμονας αποδέχεται τις εφευρέσεις των προηγουμένων του.

Εξάλλου πολλές φορές οι αισθήσεις μας μάς απατούν, δεν μας δίνουν σωστές πληροφορίες. Ας θυμηθούμε ένα απλό πείραμα που κάναμε στο Δημοτικό: Φανταστείτε τρία ποτήρια στα οποία έχουμε στο ένα ζεστό νερό, στο άλλο κρύο και στο τρίτο χλιαρό. Βάζοντας το ένα χέρι στο δοχείο με το ζεστό νερό θα έχουμε την αίσθηση του ζεστού. Βάζοντας το άλλο χέρι στο δοχείο με το κρύο νερό, θα έχουμε την αίσθηση του κρύου. Αν αμέσως μετά βάλουμε και τα δυο χέρια στο χλιαρό νερό, τα δυο χέρια θα δίνουν διαφορετικές πληροφορίες στον εγκέφαλο για τη θερμοκρασία του νερού. Το ένα, αυτό που προερχόταν από το ζεστό νερό θα αισθάνεται κρύο, ενώ το άλλο θα αισθάνεται ζεστό.

Αν, λοιπόν, για φυσικά θέματα δεν μπορούμε να εμπιστευόμαστε τις αισθήσεις μας, πώς μπορούμε να στηριχτούμε σ’ αυτές για τα υπερφυσικά; Θέλοντας μετά την ανάστασή Του ο Χριστός να μας διδάξει αυτή την αλήθεια, παραχώρησε ώστε αυτοί που τον γνώριζαν προηγουμένως, και μάλιστα οι πιο οικείοι του, να μην τον αναγνωρίζουν όταν τον πλησίαζαν απλώς με τις σωματικές τους αισθήσεις. Η Μαρία η Μαγδαληνή τον εκλαμβάνει ως κηπουρό, οι πορευόμενοι προς Εμμαούς τον εκλαμβάνουν ως ξένο, το ίδιο και οι Απόστολοι που ψάρευαν στη Γεννησαρέτ. Τον αναγνωρίζουν μόνο όταν ανακαλούν μια προσωπική εμπειρία που είχαν μαζί του, μια εμπειρία πέραν των αισθήσεων. Στη Μαρία τη Μαγδαληνή, μάλιστα, όταν δοκίμασε να τον αγγίξει της είπε «μη μου άπτου», μη με αγγίζεις δηλαδή. Δεν είναι πια η αφή, όπως δεν είναι ούτε η όραση ούτε η ακοή τα κατάλληλα μέσα για την πιστοποίησή μου.

Μετά την ανάστασή Του ο Χριστός προσεγγίζεται με την πίστη. Όπως και στα εγκόσμια κάθε μέγεθος χρειάζεται ειδική μονάδα για να μετρηθεί, για τη μάζα π.χ. έχουμε τα γραμμάρια, για το μήκος το μέτρο, για τον χρόνο τα λεπτά κ.λ.π., έτσι και για την Ανάσταση του Χριστού και τα άλλα υπερφυσικά γεγονότα της θρησκείας μας χρειάζεται η πίστη.

Με αυτό τον τρόπο, δηλαδή με την πίστη, προσήγγισαν τον Χριστό μέχρι σήμερα εκατομμύρια οπαδοί του. Ας αποφύγουμε τον προηγούμενο κλυδωνισμό του Θωμά και ας ομολογήσει ο καθένας μας, μαζί του, την τελική διαπίστωσή του: «Ο Κύριος μου και ο Θεός μου».


Σχετικά Άρθρα

Κυριακή Β Λουκά – Κήρυγμα του Αρχιμ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΓΙΑΝΝΙΟΥ

Κυριακή Β Λουκά – Κήρυγμα του Αρχιμ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΓΙΑΝΝΙΟΥ

O Χριστιανισμός είναι το καινούργιο μέσα στην παλαιότητα του κόσμου. Αυτό καινούργιο είναι η εντολή της…
Κυριακή Α Λουκά – Κήρυγμα του Αρχιμ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΓΙΑΝΝΙΟΥ

Κυριακή Α Λουκά – Κήρυγμα του Αρχιμ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΓΙΑΝΝΙΟΥ

«Μὴ φοβοῦ· ἀπὸ τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔσῃ ζωγρῶν» Την κλήση των πρώτων μαθητών, του Πέτρου, του…
Αρχή της Ινδίκτου – Κήρυγμα Αρχιμ. Γεωργίου Γιαννιού

Αρχή της Ινδίκτου – Κήρυγμα Αρχιμ. Γεωργίου Γιαννιού

Από σήμερα, αγαπητοί μου αδελφοί, αρχίζει μια νέα περίοδος της Εκκλησίας μας. Από σήμερα αρχίζει το…