• 13 Μαρτίου, 2024

Η αξία του γεωργικού κλάδου της χώρας προβλέπεται να περιοριστεί ακόμη περισσότερο

Η αξία του γεωργικού κλάδου της χώρας  προβλέπεται να περιοριστεί ακόμη περισσότερο

Σε έρευνα του οργανισμού έρευνας και ανάλυσης διαΝΕΟσις καταδεικνύεται ότι το 2023 βάθυνε περαιτέρω η φτώχεια των αγροτών, οι οποίοι είχαν ήδη πληγεί βαριά από τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης.

Δημοσιεύουμε μέρος της έρευνας:

Πέραν των εξελίξεων σε θεσμικό και πολιτικό επίπεδο όσον αφορά την εφαρμογή των στόχων της Πράσινης Συμφωνίας στον γεωργικό τομέα και τις σχετικές απαιτήσεις της ΚΑΠ 2023-2027, οι λόγοι που οδήγησαν τους αγρότες ανά την ΕΕ σε μαζικές κινητοποιήσεις δεν μπορούν να γίνουν κατανοητοί αν δεν ληφθούν υπόψη οι πρόσφατες εξελίξεις σε σχέση με

την κατάσταση πραγμάτων και τα οικονομικά μεγέθη του τομέα, οι οποίες είναι ιδιαίτερα αρνητικές.

Παρακάτω παρουσιάζονται αποσπάσματα από την προς δημοσίευση ετήσια έκθεση της GAIA ΕΠΙΧΕΙΡΕΙΝ που αφορά τις βασικές εξελίξεις και την πορεία των οικονομικών μεγεθών της ελληνικής και ευρωπαϊκής γεωργίας κατά το έτος 2023. Τα στοιχεία είναι προσωρινά καθώς βασίζονται σε εκτιμήσεις της Eurostat με ημερομηνία 21/12/2023 και αναμένεται

να οριστικοποιηθούν προσεχώς, παρουσιάζοντας, ενδεχομένως, μικρές αποκλίσεις.

Η ελληνική γεωργία δοκιμάστηκε στη διάρκεια του 2023 από φυσικές καταστροφές (πλημμύρες στη Θεσσαλία, πυρκαγιές στον Έβρο), αλλά και από την επικράτηση εξαιρετικά δυσμενών καιρικών συνθηκών με συνέπεια τον περιορισμό των αποδόσεων και τη μείωση του όγκου παραγωγής σε σημαντικές καλλιέργειες. Η πτώση της παραγωγής σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος ήταν έντονη στα δημητριακά (αραβόσιτος, σκληρό σιτάρι, κριθάρι, ρύζι), στα βιομηχανικά φυτά (ελαιούχοι σπόροι, βαμβάκι), σε ορισμένα φρούτα (μήλα, αχλάδια) και κηπευτικά (ντομάτες, πατάτες), στα ελαιοκομικά προϊόντα (ελιές, ελαιόλαδο) και στα προϊόντα της αμπελοκομίας (σταφύλια, κρασί), ενώ αρνητικά επέδρασε η πτώση των τιμών σε ορισμένα προϊόντα (σιτηρά, ελαιούχοι σπόροι, βαμβάκι).

Σημειώνονται, επίσης, οι επιπτώσεις των δυσμενών καιρικών συνθηκών στην ΕΕ, ιδιαίτερα στην Ιβηρική Χερσόνησο και στις χώρες της Βαλκανικής, με συνέπεια τον περιορισμό των αποδόσεων σε ορισμένες καλλιέργειες (δημητριακά, σταφύλια, ελιές, φρούτα), ενώ αρνητικά επέδρασε και η μείωση των τιμών σε ορισμένα προϊόντα (σιτηρά, ελαιούχοι σπόροι).

Στο σύνολό της, η αξία του γεωργικού κλάδου της χώρας, σε σταθερές τιμές, περιλαμβάνοντας τα μεγέθη της γεωργικής παραγωγής (φυτικής και ζωικής) και των δευτερογενών δραστηριοτήτων και υπηρεσιών, προβλέπεται να περιοριστεί το 2023 σε 12,48 δισ. ευρώ, παρουσιάζοντας πτώση σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος (-5,2%).

Η δαπάνη των γεωργικών εισροών, σε όρους ενδιάμεσης ανάλωσης, μετά την άνοδό της κατά το προηγούμενο έτος (+6,7%), περιορίστηκε το 2023 σε 6,27 δισ. ευρώ, παρουσιάζοντας σημαντική μείωση (-8,3%).

Ωστόσο, εξακολουθεί να αποτελεί σημαντικό μέρος (50,2%) της αξίας του γεωργικού κλάδου. Θα πρέπει, επίσης, να επισημανθεί ότι η δαπάνη των ζωοτροφών (2.877 εκατ. ευρώ το 2023) εξακολουθεί να αποτελεί την κυριότερη συνιστώσα εισροών, ενώ καλύπτει το 95% της αξίας της εγχώριας ζωικής παραγωγής (3.030 εκατ. ευρώ). Επισημαίνεται ότι αυτό το εξαιρετικά υψηλό ποσοστό απέχει σημαντικά από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (57%), παραμένει μεγαλύτερο μεταξύ όλων των κρατών-μελών της Ένωσης και εξακολουθεί να αποτελεί την κρισιμότερη ίσως πρόκληση που αντιμετωπίζει η κτηνοτροφία της χώρας.

Πτώση προβλέπεται στο γεωργικό εισόδημα, το μέγεθος του οποίου, σε όρους συντελεστών παραγωγής, θα μειωθεί το 2023 σε 6,71 δισ. Ευρώ (-6,1%). Στην πτώση του εισοδήματος, πέραν της μειωμένης αξίας στη γεωργική παραγωγή, σημαντική ήταν η επίδραση της μείωσης των επιδοτήσεων, η αξία των οποίων εκτιμάται ότι θα περιοριστεί το 2023 σε 2,18 δισ. ευρώ (-13,3%). Η αρνητική αυτή εξέλιξη αποτιμά, έως ένα βαθμό, την

επίπτωση των ενισχύσεων της νέας ΚΑΠ κατά το πρώτο έτος εφαρμογής της, αφού στην Ελλάδα οι επιδοτήσεις, όπως συμβαίνει επί σειρά ετών, εξακολουθούν να καλύπτουν σημαντικό μέρος της αξίας του γεωργικού εισοδήματος (32,5% το 2023).

Πέραν όμως της μείωσης των επιδοτήσεων, σημαντική παραμένει η επίπτωση στο γεωργικό εισόδημα των φόρων στη γεωργική παραγωγή, η αξία των οποίων ανήλθε το 2023 σε 478 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας αισθητή άνοδο στο διάστημα της διετίας 2022-2023 (+5,7% και +2,3% αντίστοιχα) και ακόμα μεγαλύτερη σε σύγκριση με τον μέσο όρο της προηγούμενης πενταετίας (+15,9%). Αντίθετα, στην ΕΕ οι φόροι αυτοί μειώθηκαν στη διετία 2022-2023 (-2,7% και -0,3%) και παραμένουν μικρότεροι από τον μέσο όρο της προηγούμενης πενταετίας (-1,4%).

Να σημειωθεί, επιπλέον, ότι η Ελλάδα παρουσιάζει το 2023 το τρίτο υψηλότερο μέγεθος γεωργικών φόρων μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ, μετά τη Γαλλία (1.607 εκατ. ευρώ) και την Ιταλία (601 εκατ. ευρώ).

Στο σύνολό της η αξία του γεωργικού κλάδου στην ΕΕ σε πραγματικές τιμές περιορίστηκε το 2023 σε 434,5 δισ. ευρώ, παρουσιάζοντας πτώση σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος (-,4%).

Η δαπάνη των ζωοτροφών (περίπου 100 δισ. ευρώ το 2023) εξακολουθεί να αποτελεί την κυριότερη συνιστώσα εισροών στην ΕΕ, καλύπτοντας το 2023 το μεγαλύτερο μέρος (40%), με δεύτερη στη σειρά την ενέργεια με τα λιπαντικά (12%), ενώ μικρότερο μερίδιο αντιστοιχεί στα λιπάσματα (7,7%).

Μείωση προβλέπεται στο γεωργικό εισόδημα, η αξία του οποίου σε όρους συντελεστών παραγωγής εκτιμάται ότι θα μειωθεί το 2023 σε 159,3 δισ. ευρώ (-7,8%). Στην πτώση του γεωργικού εισοδήματος, πέραν της μείωσης της αξίας της γεωργικής παραγωγής, σημαντική ήταν η επίδραση της μείωσης των επιδοτήσεων, η αξία των οποίων αναμένεται το 2023 να περιοριστεί σε 41,4 δισ. ευρώ (-9,4%).

Κρίσιμο ζήτημα αποτελεί η επίπτωση του πληθωρισμού στο εισόδημα των νοικοκυριών που περιόρισε σημαντικά τη ζήτηση στα τρόφιμα σε ΕΕ και Ελλάδα. Στη χώρα μας, σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις (στοιχεία ΕΛΣΤΑΤ, 12/1/2024), τον Δεκέμβριο του 2023 σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μήνα του προηγούμενου έτους, ο πληθωρισμός στη διατροφή και τα μη αλκοολούχα ποτά ανήλθε σε 8,9%, παραμένοντας υπερδιπλάσιος του γενικού δείκτη (3,5%), ενώ σε ορισμένα προϊόντα (ελαιόλαδο, φρούτα, λαχανικά) εξακολουθεί να παρουσιάζει διψήφιο ποσοστό ανόδου. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο πληθωρισμός των τροφίμων στην ΕΕ, μετά τα πρωτοφανή επίπεδα στα οποία ανήλθε στη ζώνη του ευρώ το 2022-23 (15,5%), μειώνεται με ταχείς ρυθμούς από τον Μάρτιο του 2023 και έπειτα, αν και εξακολουθεί να παραμένει υψηλός (6,1% τον Δεκέμβριο του 2023). Οι προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μιλούν για περαιτέρω

πτώση στο επόμενο διάστημα, αν και «η κλιματική αλλαγή, η επιδείνωση της γεωπολιτικής κατάστασης, οι πιθανές διαταραχές στις παγκόσμιες αγορές βασικών εμπορευμάτων [και άλλοι παράγοντες] μπορεί να δημιουργήσουν προκλήσεις για τον πληθωρισμό των τροφίμων στο μέλλον».

Γενικότερα, επικρατεί αβεβαιότητα από την κλιμάκωση των γεωπολιτικών αναταράξεων στη Μέση Ανατολή και στην Ουκρανία, από την ασθενέστερη παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα, αλλά και από τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η εφοδιαστική αλυσίδα στην Ερυθρά Θάλασσα, με συνέπεια τον περιορισμό του διεθνούς εμπορίου σε ιστορικά χαμηλούς ρυθμούς. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην πολύ πρόσφατη έκθεση προβλέψεων για την ευρωπαϊκή οικονομία, «η ΕΕ είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένη [στους γεωπολιτικούς κινδύνους], λόγω της γεωγραφικής της εγγύτητας με τις συνεχιζόμενες συγκρούσεις, της βαθιάς ενσωμάτωσής της στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας, της ενεργειακής της εξάρτησης και του γεγονότος ότι σημαντικό μέρος του εμπορίου της ακολουθεί τη διαδρομή της Ερυθράς Θάλασσας».

 


Σχετικά Άρθρα

Η φτώχεια καλά κρατεί: 1 στα 4 νοικοκυριά δεν πληρώνει τις υποχρεώσεις του

Η φτώχεια καλά κρατεί: 1 στα 4 νοικοκυριά δεν πληρώνει τις υποχρεώσεις του

  «Βόμβα στα θεμέλια της κοινωνικής συνοχής» χαρακτήρισε ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ (Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών…