- 10 Δεκεμβρίου, 2023
Κυριακή Ι Λουκά – Κήρυγμα του Αρχιμ. Γεωργίου Γιαννιού
«Ταύτην δέ, θυγατέρα Ἀβραὰμ οὖσαν, ἣν ἔδησεν ὁ σατανᾶς ἰδοὺ δέκα καὶ ὀκτὼ ἔτη, οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπὸ τοῦ δεσμοῦ τούτου τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου;»
Η διήγηση της σημερινής Ευαγγελικής περικοπής μας περιγράφει τη θεραπεία μιας γυναίκας, που λόγω της ασθένειας της, ήταν κυρτωμένη και ταλαιπωρούταν επί δεκαοκτώ έτη. Όταν την είδε ο Χριστός, ένα Σάββατο που δίδασκε στη Συναγωγή, την σπλαχνίστηκε, μας λέει ο ευαγγελιστής Λουκάς και με ένα Του λόγο, χωρίς αυτή να το ζητήσει, τη θεράπευσε. Η επενέργεια του θαύματος αυτού αντί να χαροποιήσει τους Φαρισαίους, αντί να θαυμάσουν μαζί με όλο το λαό τα μεγαλεία του Θεού, κίνησε την αγανάκτηση του Αρχισυνάγωγου, που τους κάλεσε να προσέρχονται τις άλλες μέρες για να θεραπεύονται και να μη«καταλύουν» την αργία του Σαββάτου. Η ευαγγελική περικοπή μας παρουσιάζει καθαρά από τη μια μεριά την εικόνα της μεγάλης αγάπης του Χριστού για τον άνθρωπο και από την άλλη τη φιλαυτία των Φαρισαίων, μαζί με το φθόνο και την οργή τους.
Το Σάββατο ήταν ημέρα κοινής προσευχής για τους Ιουδαίους, όπως η Κυριακή είναι για εμάς τους Χριστιανούς. Ο Χριστός τον αποκαλεί «υποκριτή», με το επιχείρημα ότι «ἕκαστος ὑμῶν τῷ σαββάτῳ οὐ λύει τὸν βοῦν αὐτοῦ ἢ τὸν ὄνον ἀπὸ τῆς φάτνης καὶ ἀπαγαγὼν ποτίζει;». Μέσα από τη σημερινή διήγηση ο Κύριος στηλιτεύει την υποκρισία και την τυπολατρία όχι μόνο των Φαρισαίων, αλλά και κάθε ανθρώπου, κάθε εποχής. Οι Φαρισαίοι της εποχής Του είχαν μετατρέψει τις εντολές του Δεκαλόγου και του Νόμου σε ένα στείρο σύστημα υποχρεώσεων και περιορισμών και γι’ αυτό συχνά αντιδρούσαν με αγανάκτηση όταν ο Χριστός θεράπευε τα Σάββατα, σε σημείο να λένε ότι εφόσον δεν τηρεί το Σάββατο, δεν προέρχεται από τον Θεό «ἔλεγον οὖν ἐκ τῶν Φαρισαίων τινές͵ Οὐκ ἔστιν οὗτος παρὰ θεοῦ ὁ ἄνθρωπος͵ ὅτι τὸ σάββατον οὐ τηρεῖ. ἄλλοι δὲ ἔλεγον͵ Πῶς δύναται ἄνθρωπος ἁμαρτωλὸς τοιαῦτα σημεῖα ποιεῖν; καὶ σχίσμα ἦν ἐν αὐτοῖς».
Η υποκρισία είναι η προσποίηση της φιλίας αντί του μίσους, η εχθρότητα που εκφράζεται σαν συμπάθεια, ο φθόνος που προσποιείται την αγάπη. «Η γαρ υπόκρισις», διδάσκει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, «εξ οιήσεως γεννάται». Η τυπολατρία κάνει τους ανθρώπους να θεωρούν τους εαυτούς τους αυτάρκεις έναντι του Θεού.
Γιατί όμως ο Κύριος σπλαχνίσθηκε και θεράπευσε τη γυναίκα αυτή χωρίς η ίδια να ζητήσει τη θεραπεία της; Διότι η γυναίκα αυτή ήταν ευσεβής, αν και είχε μια τόσο βασανιστική και παραμορφωτική ασθένεια, που καθιστούσε δύσκολη και επίπονη και αυτήν ακόμη τη μετακίνησή της, δεν απουσίαζε όμως από τη Συναγωγή την ημέρα του Σαββάτου. Επιπλέον η γυναίκα αυτή, ενώ ήταν άρρωστη δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια, δεν σκληρύνθηκε η καρδιά της δεν έγινε άπιστη.
Αντιθέτως, μέσα στη δοκιμασία της έμεινε σταθερή στην πίστη της. Και προσήλθε στη Συναγωγή με τόσο κόπο, διότι είχε πόθο να ακούσει τον λόγο του Θεού. Φαίνεται μάλιστα ότι άκουγε το κήρυγμα το κήρυγμα του Κυρίου με ενδιαφέρον πολύ και εκδήλωνε βαθιά εμπιστοσύνη σ’ Αυτόν. Γι’ αυτό και ο Χριστός δεν της ζήτησε πίστη για να κάνει το θαύμα, διότι διέκρινε την εσωτερική της διάθεση. Ούτε της είπε «σου συγχωρούνται οι αμαρτίες». Κατόπιν μάλιστα την ονόμασε «θυγατέρα Ἀβραὰμ», για να αποκαλύψει την ευσέβεια της.
Το μήνυμα όμως του Ευαγγελίου, το κήρυγμα του Χριστού δίνουν προτεραιότητα στην ελευθερία του ανθρώπινου προσώπου και στοχεύουν στην πνευματική του αποδέσμευση, τόσο από τα δεσμά της αμαρτίας, όσο και από τις στείρες δεσμεύσεις και αγκυλώσεις, που φορτίζουν και καταπιέζουν τον άνθρωπο, ώστε να αποκτήσει ελεύθερη συνείδηση. Διότι η ελευθερωμένη συνείδηση συντελεί στην πίστη, σε πίστη από αλήθεια και όχι από δοξασίες και τυπολατρίες. Αυτού του είδους η πίστη είναι σοφία. Και είναι σοφία όταν η συνολικότατα του Εγώ είναι ελαττωμένη και εκμηδενισμένη. Η υποκριτική, τυπική και μηχανιστική τήρηση των εντολών του Θεού, τελικά, δεν μας προσφέρει τίποτα, αν στην καρδιά μας, δεν πρυτανεύει η αγάπη προς τον πλησίον, η ευσπλαχνία και η διάθεση της προσφοράς και της αυτοθυσίας. Η υποκρισία συνιστά αμάρτημα, σοβαρότατο κίνδυνο για την χριστιανική μας ζωή. Και αποτελεί συμπεριφορά διαβολική, αφού πρώτος ο διάβολος υποκρίθηκε, εξαπατώντας έτσι τους πρωτοπλάστους. Ο υποκριτής υποκρίνεται τον ευσεβή χωρίς να είναι στην πραγματικότητα.
Όλοι μας λίγο έως πολύ, έχουμε την αίσθηση ότι κατέχουμε την αλήθεια και φτάνουμε στο σημείο να διεκδικούμε για τους εαυτούς μας το ρόλο του δικηγόρου του Θεού. Ο Μέγας Βασίλειος μας δίνει έναν θαυμαστό ορισμό «Ὑποκριτὴς εἶναι αὐτὸς ποὺ ὑποδύεται ξένο πρόσωπο στὸ θέατρο· ἐνῷ εἶναι δοῦλος, πολλὲς φορὲς ὑποδύεται τὸ πρόσωπο τοῦ κυρίου, καὶ ἐνῷ εἶναι πολίτης, τὸ πρόσωπο τοῦ βασιλέως … Νὰ μὴν ἀλλοιώνεις λοιπὸν τὸ πρόσωπό σου. Ὅποιος εἶσαι, τέτοιος νὰ φαίνεσαι· νὰ μὴν ὑποκρίνεσαι τὸν σκυθρωπό, ἐπιδιώκοντας τὴν δόξα…».
Διανύουμε την περίοδο της νηστείας των Χριστουγέννων και πολλοί από εμάς νηστεύουμε και προετοιμαζόμαστε για την μεγάλη εορτή που έρχεται. Αν κάποιοι ανάμεσα μας δεν τηρούν τη νηστεία, ας μη τους φθονούμε και μη τους κατακρίνουμε. Ας θυμηθούμε ότι πάνω από τη νηστεία, πάνω από κάθε εξωτερικό τύπο, σημασία έχει να μη καταλύεται ο σύνδεσμος της αγάπης. Είναι ανόητο να ακολουθούμε τον φαρισαϊσμό και την υποκρισία και όχι τον ευαγγελικό λόγο του Χριστού, που μας μεταμορφώνει συνεχώς με τη φλόγα της παρουσίας και της φωτοδοτήσεως του Αγίου Πνεύματος, με τα έργα ουσίας και αγάπης και όχι μόνο τύπων και τυπολατρίας. Αλίμονο αν γίνουμε τυπικοί τηρητές των υποχρεώσεων μας απέναντι στο Θεό και λησμονήσουμε τη μεγαλύτερη των εντολών Του, αυτή της αγάπης προς τον πλησίον.