- 11 Δεκεμβρίου, 2022
Κυριακή ΙΑ Λουκά (Προπατόρων) – του Αρχιμ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΓΙΑΝΝΙΟΥ
του Αρχιμ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΓΙΑΝΝΙΟΥ
εφημερίου Ι.Ν.Κοιμήσεως της Θεοτόκου Ευξεινουπόλεως
Το μέγα δείπνο που παραθέτει ο οικοδεσπότης της σημερινής ευαγγελικής
περικοπής δεν είναι άλλο από την τράπεζα του Μυστικού Δείπνου, τη θεία Ευχαριστία,
το μυστήριο της συνάξεως των πιστών και της αναφοράς τους στον Θεό. Αυτή αποτελεί
την ουσία και την κορύφωση της εκκλησιαστικής λατρείας και ζωής. Είναι η καρδιά και o πυρήνας της Εκκλησίας.
Ονομάζεται θεία Ευχαριστία, γιατί εκφράζει την ευγνωμοσύνη της Εκκλησίας
προς τον Θεό. Φανερώνει τις ευεργεσίες του Θεού και συγκεφαλαιώνει το έργο της
πρόνοιάς Του για τον κόσμο. Όλα τα άλλα μυστήρια και οι ακολουθίες της Εκκλησίας
αποτελούν προπαρασκευή ή προέκταση του μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας.
Βαπτιζόμαστε και χριόμαστε με το Άγιο Μύρο για να μπορέσουμε ως μέλη της
Εκκλησίας να λάβουμε μέρος στο ευχαριστιακό δείπνο. Το μυστήριο της Ιερωσύνης
γίνεται, ώστε να υπάρξουν οι Επίσκοποι, που θα τελούν τη θεία Λειτουργία και θα
χειροτονήσουν Πρεσβυτέρους για να τελούν εξ ονόματός τους τη θεία Ευχαριστία. Τα
μυστήρια της Εξομολογήσεως και του Ευχελαίου γίνονται για να μας προετοιμάσουν να συμμετάσχουμε πραγματικά στη θεία Ευχαριστία. Μα και το μυστήριο του Γάμου
τελείται ώστε το ανδρόγυνο να μπορεί να συμμετάσχει στη θεία Ευχαριστία, να
αισθάνεται την ενότητά του όχι απλώς σ’ ένα βιολογικό επίπεδο, αλλά ως ενότητα με τον Χριστό.
Η θεία Ευχαριστία είναι «θαύμα θαυμάτων και μυστήριον μυστηρίων». Σ’ αυτήν επαναλαμβάνεται ολόκληρη η επίγεια πορεία του Κυρίου. Το κήρυγμα των προφητών, που προανήγγειλαν την έλευση του Χριστού, η γέννηση, η βάπτιση και η δημόσια δράση Του, το πάθος, η σταυρική θυσία, η ταφή, η εκ νεκρών ανάσταση και η εις ουρανούς ανάληψή Του.
Κορυφαία στιγμή της θείας Λειτουργίας είναι όταν, διά της ευχής του ιερέα,
κατέρχεται η χάρις του αγίου Πνεύματος και μεταβάλλει τα στοιχεία του άρτου και του
οίνου σε σώμα και αίμα Χριστού. Η μεταβολή και μεταποίηση γίνεται στην ουσία των
φυσικών στοιχείων. Χάνουν δηλαδή τα στοιχεία τη δική τους ουσία, και τη θέση της
καταλαμβάνουν το άχραντο σώμα και το τίμιο αίμα του Χριστού. Φυσικά διατηρούν τα υλικά χαρακτηριστικά τους, όσα υπάρχουν περί την ουσία, δηλαδή τις φυσικές τους
ποιότητες του βάρους, του χρώματος, της οσμής, της γεύσεως, της οξύτητος (του οίνου).
Αυτός που κοινωνεί δέχεται αυτούσιο το σώμα και το αίμα του Χριστού, αυτό
που γεννήθηκε, αυξήθηκε, έπαθε στον σταυρό, αναστήθηκε εκ των νεκρών και, θεωμένο, αναλήφθηκε στους ουρανούς. Κοινωνεί ολόκληρης της ανθρώπινης φύσεως του Κυρίου και συνημμένως της θεότητός Του, που είναι αχώριστα ενωμένη με αυτή.
Δεν κοινωνεί τόσο μόνο από το σώμα και το αίμα του Χριστού, όσο αναλογεί στον όγκο και την ποσότητα του αγίου μεριδίου που δέχεται. Όπως σ’ ένα μεγάλο καθρέφτη ανακλάται ολόκληρος ο ήλιος, αν θραύσουμε τον καθρέφτη σε πολλά κομμάτια σε κάθε ένα από αυτά θα ανακλάται πάλι ο ίδιος ήλιος, έτσι και ο Χριστός βρίσκεται ολόκληρος και στο πιο μικρό τεμάχιο της θείας κοινωνίας. Συγχρόνως είναι παρών και σε όλα τα άγια ποτήρια των ορθοδόξων ναών, όπου τελείται το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας.
Με τη θεία κοινωνία οι διασπασμένοι άνθρωποι ενώνονται με τον Θεό και μεταξύ τους. Ο χοϊκός άνθρωπος αξιώνεται να γευθεί του ξύλου της ζωής που είναι ο Χριστός. Ο Αδάμ στον Παράδεισο είχε μεν κοινωνία με τον Θεό, αλλά δεν είχε φτάσει στο σημείο να κοινωνήσει του Σώματος του Χριστού, αφού δεν είχε ενανθρωπήσει το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος. Εμείς, όμως, έχουμε τη δυνατότητα, με την ενανθρώπηση του Χριστού, τη θυσία του Γολγοθά και την Ανάστασή Του να γευόμαστε αυτού του ευλογημένου Σώματος. Μέσα από αυτή την τροφή όλες οι ενέργειές μας, οι πράξεις, αλλά και όλα τα γεγονότα στη ζωή μας λαμβάνουν άλλη έννοια, αποκτούν άλλον σκοπό.
Μετά τη θεία κοινωνία όλα είναι αλλαγμένα, μεταμορφωμένα, εξαγιασμένα. Ο άνθρωπος αποκτά φρόνημα και ήθος Χριστού, γίνεται χριστοειδής. Η φύση του ανθρώπου ζυμώνεται μυστηριακώς με τη θεότητα. Γεμίζει από Θεό, θεοποιείται κατά χάριν. Ο κοινωνών λαμβάνει «άφεσιν αμαρτιών και ζωήν αιώνιον». Αθανατίζεται, αφθαρτοποιείται.
Ωστόσο για να μπορέσουμε να εισδύσουμε στο «πνεύμα» της θείας Λειτουργίας, εκτός από τις σωματικές απαιτούνται κι άλλες αισθήσεις. Δεν είναι θέμα μιας λογικής κατανόησης των όσων λέγονται και τελούνται, αλλά μιας εμπειρικής και βιωματικής μετοχής. Μπορεί να φαίνεται παράδοξο, αλλά είναι αληθινό, ότι μερικές φορές πραγματική μετοχή στα όσα γίνονται στη θεία Λειτουργία, μπορεί να έχει ένα μικρό παιδάκι ή μια αμόρφωτη γριούλα, παρά ο επιστήμονας, που έχει φιλολογικές γνώσεις και μπορεί να εξηγήσει και να καταλάβει τις λέξεις της θείας Λειτουργίας. Η μετοχή στη θεία Λειτουργία είναι υπαρξιακή μετοχή και όχι απλώς υπόθεση λογικής κατανόησης.
Γι’ αυτό και προϋπόθεση της συμμετοχής στην ευχαριστιακή κοινωνία είναι η
αλληλοσυγχώρησn των πιστών και η μεταξύ τους καταλλαγή. Η θεία Ευχαριστία δεν αποτελεί μη επαναλαμβανόμενο μυστήριο, όπως είναι το βάπτισμα, αλλά τελείται καθημερινά «υπέρ της του κόσμου ζωής». Η τακτική συμμετοχή στο μυστήριο αυτό είναι απαραίτητη για τη διατήρηση και ανάπτυξη της χριστιανικής ζωής.
Κάθε φορά που τελείται η θεία Λειτουργία, ο ιερέας καλεί όλους τους πιστούς να προσέλθουν στη μετάληψη του σώματος και του αίματος του Χριστού. Δικαιολογούνται να απέχουν μόνον όσοι έχουν πνευματικό κώλυμα ή επιτίμιο από τον πνευματικό τους πατέρα. Η αδικαιολόγητη αποχή από τη θεία Ευχαριστία αποτελεί σοβαρή παράλειψη στην πνευματική ζωή. Είναι προσβολή του Θεού, που σαν τον οικοδεσπότη της ευαγγελικής διηγήσεως, παραθέτει πλουσιοπάροχα το σώμα και το αίμα Του κι εμείς αρνούμαστε.
Η θεία Ευχαριστία δεν είναι περιστασιακή υπόθεση, χρονικά καθοριζόμενη.
Κατά τις μεγάλες εορτές της Εκκλησίας, όπως τα Χριστούγεννα που πλησιάζουν, πολλοί προσέρχονται στη θεία κοινωνία, συνήθως απροετοίμαστοι πνευματικά και ίσως με τη διάθεση να εκπληρώσουν ένα θρησκευτικό έθιμο ή καθήκον. Η θεία κοινωνία δεν είναι ούτε εορταστικό έθιμο, ούτε ευκαιριακή κατάσταση. Είναι απαραίτητο συστατικό της πνευματικής ζωής, όπως το οξυγόνο και το φως για το σώμα. Έχει δικαίωμα ο άνθρωπος να στερεί τον εαυτό του από τη ζωογόνο ενέργεια του αέρα και του ήλιου; Πώς, λοιπόν, στερεί τον εαυτό του, για μεγάλα χρονικά διαστήματα, από τη ζωοποιό κοινωνία του σώματος και του αίματος του Χριστού;
Η Θεία Κοινωνία είναι «Φάρμακον αθανασίας και αντίδοτον του μη αποθανείν»
και κάθε φορά που κοινωνούμε λαμβάνουμε μια αίσθηση αθανασίας, έως ότου
θεραπευθούμε και γίνουμε κατά χάρη αθάνατοι, όπως για παράδειγμα λαμβάνουμε,
κατά χρονικά διαστήματα, το αντιβιοτικό για να θεραπευθούμε και να αποκτήσουμε την υγεία.