- 9 Οκτωβρίου, 2023
Χρ. Τριαντόπουλος: 34,6 εκατ. ευρώ σε αγρότες με απώλειες στο φυτικό κεφάλαιο από τις πυρκαγιές του 2021
Ο Υφυπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, Αρμόδιος για την Αποκατάσταση από Φυσικές Καταστροφές και την Κρατική Αρωγή, κ. Χρήστος Τριαντόπουλος, απάντησε στο πλαίσιο του Κοινοβουλευτικού Ελέγχου, την Τετάρτη 4 Οκτωβρίου 2023, σε Επίκαιρη Ερώτηση του Βουλευτή και Αντιπροέδρου της Βουλής, κ. Οδυσσέα Κωνσταντινόπουλου.
Κατά την πρωτολογία του ο Υφυπουργός, κ. Χρήστος Τριαντόπουλος, επικεντρώθηκε στις αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο για να καλυφθούν οι αγρότες με ζημιές στο πάγιο κεφάλαιο και εξοπλισμό τους, σημειώνοντας ότι: «[…] το αντικείμενο μπορεί με μία πρώτη ανάγνωση να ακούγεται ξένο για το πλαίσιο της κρατικής αρωγής. Όμως δεν είναι. Και αυτό διότι, αναγνωρίζοντας τα προβλήματα του πλαισίου των κρατικών οικονομικών ενισχύσεων, τα ΚΟΕ, τα παλιά ΠΣΕΑ, προχωρήσαμε σε αλλαγές. Σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από το καθεστώς των ΚΟΕ, το ποσό που μπορούσε να δαπανηθεί κάθε χρόνο έφθανε τα 16 εκατ. ευρώ με την ενίσχυση και να χορηγείται μετά από τέσσερα και περισσότερα χρόνια. Και το χειρότερο ήταν ότι δεν περιλάμβανε το στοιχείο της προκαταβολής, δηλαδή είχε μία έντονη διάσταση εκ των υστέρων στήριξης, αφού δηλαδή ο αγρότης είχε προχωρήσει στην αποκατάσταση. Δηλαδή, θεωρούσε το πλαίσιο ότι ο αγρότης χωρίς βοήθεια μπορούσε να αποκαταστήσει την απώλεια του φυτικού του κεφαλαίου από μία πυρκαγιά ή και στα πάγια και στα μέσα παραγωγής του. Και, φυσικά, υπήρχαν και μια σειρά από ζημιές και απώλειες, οι οποίες δεν καλύπτονταν από τα ΚΟΕ, όπως το ίδιο κεφάλαιο, ζημιές δηλαδή για τις οποίες ο αγρότης δεν θα λάμβανε κάποια ενίσχυση ή αποζημίωση ούτε μετά από τέσσερα ούτε μετά από πέντε χρόνια.
Αυτό, λοιπόν, το αλλάξαμε. Το αλλάξαμε με εντολή του Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη. Το αλλάξαμε αρχικά την περίοδο που έπρεπε να διαχειριστούμε τις μεγάλες ζημιές του μεσογειακού κυκλώνα «Ιανός». Και το αλλάξαμε εντάσσοντας στο πλαίσιο της κρατικής αρωγής, προσεγγίζοντας τις αγροτικές εκμεταλλεύσεις ως επιχειρήσεις, τις απώλειες στα μέσα παραγωγής, σε προϊόντα, σε εμπορεύματα, σε μηχανήματα, σε πάγιο εξοπλισμό αλλά και σε έγγειο κεφάλαιο. Και συνεχίσαμε την τροποποίηση του θεσμικού πλαισίου κατά τις πυρκαγιές του 2021, όταν διαπιστώσαμε ότι η πρόβλεψη στα ΚΟΕ για τις απώλειες στα δέντρα και τις πυρκαγιές υπολείπονταν σε όρους ενίσχυσης, ενώ οι χρόνοι ήταν αποτρεπτικοί για όσους ήθελαν να συνεχίσουν να καλλιεργούν. Και αυτό, διότι η όποια μικρή αποζημίωση θα ερχόταν μετά από τέσσερα και περισσότερα χρόνια.
Διαμορφώθηκε, λοιπόν, ένα υβριδικό σχήμα σε συνεργασία της Διεύθυνσης Κρατικής Αρωγής του Υπουργείου Οικονομικών – εκείνη την περίοδο – και του ΕΛΓΑ, σε συνεργασία με το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Έτσι, με διατάξεις προβλέφθηκε ειδική διαδικασία αποζημίωσης ζημιών σε φυτικά μέσα παραγωγής, όπως οι δενδρώδεις καλλιέργειες και τα αμπέλια, ξεπερνώντας την αδυναμία επί της ουσίας έγκαιρης και ουσιαστικής κάλυψης από το προηγούμενο θεσμικό καθεστώς. Επιπλέον, προβλέφθηκε και η δυνατότητα χορήγησης στους μη κατά κύριο επάγγελμα αγρότες του 50% της επιχορήγησης που καθορίζεται για τους κατά κύριο επάγγελμα αγρότες. Άρα, νομοθετήσαμε την πρόβλεψη για τους μη κατά κύριο επάγγελμα αγρότες, ενώ προβλέφθηκε και η δυνατότητα προκαταβολής έναντι της επιχορήγησης. Όπου ήταν εφικτό αξιοποιήσαμε και τα ψηφιακά δεδομένα του ΕΛΓΑ, για μια δυνατότητα προκαταβολής που ούτε αυτή προβλεπόταν από το προηγούμενο θεσμικό πλαίσιο. Είναι μια δυνατότητα προκαταβολής μιας επιχορήγησης που είναι ουσιαστική και ανταποκρίνεται στις ανάγκες των αγροτών. Για παράδειγμα, στους κατά κύριο επάγγελμα αγρότες με ελαιοκαλλιέργειες, το ποσό της επιχορήγησης για το ελαιόδεντρο που καταστράφηκε ολοκληρωτικά από μια πυρκαγιά διαμορφώθηκε στα 100 ευρώ. Η προκαταβολή που χορηγήθηκε διαμορφώθηκε στα 50 ευρώ, επιχορήγηση και προκαταβολή υπερπολλαπλάσια σε ύψος ενίσχυσης από ό,τι στο παρελθόν, αλλά και υποπολλαπλάσια σε χρόνους από ό,τι το προηγούμενο καθεστώς.
Για να είμαι ειλικρινής, όπως είμαι πάντα και το έχω πει και σε αυτή την Αίθουσα, δεν πετύχαμε τους χρόνους που θέλαμε εξαρχής. Ήταν η πρώτη υλοποίηση ενός υβριδικού σχήματος πολυεπίπεδης και πολυδιάστατης συνεργασίας, με διάφορα ζητήματα που προέκυψαν στην πορεία υλοποίησης. Ήταν πολύ καλύτερα, όμως, από το προηγούμενο καθεστώς. Σκεφτείτε πως η ΚΥΑ για την πρώτη καταβολή δημοσιεύθηκε τον Απρίλιο του 2022 και από τότε έχουν καταβληθεί 25,5 εκατομμύρια ευρώ προς τους κατά κύριο επάγγελμα αγρότες και 9,4 εκατομμύρια ευρώ προς τους μη κατά κύριο επάγγελμα αγρότες. Συνολικά έχουν καταβληθεί 34,6 εκατομμύρια ευρώ για τις πυρκαγιές του 2021. Θυμίζω ότι με βάση το προηγούμενο καθεστώς που αφορούσε τις ΚΟΕ, δεν μπορούσε το ποσό να ξεπεράσει τα 16 εκατ. ευρώ. Αυτό που ξεπεράσαμε, λοιπόν, ήταν το παλαιό καθεστώς. Δημιουργήσαμε κάτι νέο στο πλαίσιο της κρατικής αρωγής. Είναι ένα νέο σχήμα, που γίνεται όλο και καλύτερο, για να σταθούμε δίπλα στους αγρότες που πλήττονται από τις δυσμενείς συνέπειες της κλιματικής κρίσης. Και θα συνεχίσουμε να είμαστε δίπλα στους αγρότες, είτε κατά κύριο επάγγελμα είτε κατά μη κατά κύριο επάγγελμα […]».
Κατά τη δευτερολογία του, ο Υφυπουργός, κ. Χρήστος Τριαντόπουλος, στάθηκε στα βασικά στοιχεία της φιλοσοφίας του νέου σχήματος στήριξης, αλλά και υπογράμμισε το περιθώριο συνεργασίας για μία σε είδος στήριξη των πληγέντων καλλιεργητών, στους οποίους εστίασε ο Βουλευτής κ. Κωνσταντινόπουλος. Συγκεκριμένα, ο Υφυπουργός, ανέφερε ότι «[…] θα ήθελα να σταθώ σε τρία σημεία και να το κάνω ξεκάθαρο. Το πρώτο αφορά στη διαφοροποίηση μεταξύ του κατά κύριο επάγγελμα αγρότη και του μη κατά κύριο επάγγελμα αγρότη. Ο πρώτος, λοιπόν, είναι ο αγρότης που έχει την αγροτική του εκμετάλλευση ως κύριο και βασικό μέσο βιοπορισμού. Αυτός χρήζει μεγαλύτερης προσοχής και στήριξης από το κράτος. Το κράτος στο πλαίσιο της κρατικής αρωγής δεν λειτουργεί ως ασφαλιστικός οργανισμός. Λειτουργεί ως κρατική μέριμνα, λειτουργεί ως μια πρόνοια του κράτους για να στηρίζει τον αγρότη που έχει πληγεί από μια καταστροφή, από μια φυσική καταστροφή. Χωρίς τη στήριξη αυτή δεν μπορεί να παράγει ξανά το ίδιο εισόδημα, οπότε εκεί έρχεται το κράτος. Δεν μπορεί να βιοπορίζεται διαφορετικά. Αυτό, λοιπόν, τον διαφοροποιεί από τον μη κατά κύριο επάγγελμα αγρότη, τον αγρότη που έχει άλλη βασική πηγή βιοπορισμού, δηλαδή η ζημιά που έπαθε στην αγροτική του εκμετάλλευση από μια φυσική καταστροφή δεν επιφέρει την ίδια απώλεια στο συνολικό του εισόδημα, όπως συμβαίνει στην περίπτωση ενός κατά κύριο επάγγελμα αγρότη. Άρα, η αρωγή του κράτους δεν μπορεί να είναι η ίδια, αλλά πρέπει να δίνεται μεγαλύτερη έμφαση στον αγρότη που έχει ως βασικό επάγγελμα την αγροτική του εκμετάλλευση. Γι’ αυτό και τα ποσοστά διαφέρουν. Έχουμε 50% και 100%.
Το δεύτερο σημείο αφορά στην ανάγκη δήλωσης στο ΟΣΔΕ και αντίστοιχης ασφάλισης στον ΕΛΓΑ. Θεωρώ πως και σε αυτό το σημείο δεν χρειάζεται να αναλύσουμε τα αυτονόητα. Η ασφάλιση της αγροτικής εκμετάλλευσης ήταν αυτονόητη και πριν, είναι αυτονόητη και τώρα, την περίοδο της κλιματικής κρίσης, όπου η πρωτογενής παραγωγή είναι ο πιο ευάλωτος κλάδος στις δυσμενείς επιπτώσεις των νέων κλιματικών δεδομένων. Άρα, δεν θα συμφωνήσω μαζί σας όσον αφορά στην ανάγκη αποζημίωσης χωρίς εξαιρέσεις.
Το τρίτο σημείο αφορά στην ανάγκη δήλωσης του αγροτικού εισοδήματος στις φορολογικές αρχές για τους μη κατά κύριο επάγγελμα αγρότες. Και αυτό είναι κάτι αυτονόητο, να ανταποκρινόμαστε στους φορολογικούς κανόνες. Η τήρηση των φορολογικών κανόνων δεν είναι μια νομικιστική στάση, όπως αναφέρετε στην ερώτησή σας. Είναι και αυτό κάτι αυτονόητο, να δηλώνεται το εισόδημα που παράγεται. Να γνωρίζουμε, δηλαδή, αν προκύπτει εισόδημα από την αγροτική δραστηριότητα και να σταθούμε, ως κράτος, δίπλα στην απώλεια αυτή. Όταν δεν έχουμε εικόνα της ύπαρξης της απώλειας αυτής, δεν μπορούμε να σταθούμε ως κράτος για να τη στηρίξουμε. Βέβαια, όπως σωστά λέτε, υπάρχουν και οι περιπτώσεις των καλλιεργειών για οικιακή χρήση, αλλά αυτό το μικρό μέγεθος δεν μπορεί να αποτελεί τον μανδύα κάλυψης των περιπτώσεων εκείνων που επιλέγουν να μην τηρούν τους φορολογικούς κανόνες και να μη δηλώνουν το εισόδημά τους από την αγροτική τους δραστηριότητα. Συνεπώς, δεν σκοπεύουμε να ανταποκριθούμε στο αίτημά σας για αποζημιώσεις των μη κατά κύριο επάγγελμα αγροτών χωρίς εξαιρέσεις. Στηρίζουμε τους μη κατά κύριο επάγγελμα αγρότες, όπως και αυτούς της Αρκαδίας, όπως δεν τους στήριζε το προγενέστερο καθεστώς. Στηρίζουμε τους μη κατά κύριο επάγγελμα αγρότες που ασφαλίζουν την παραγωγή τους, που δηλώνουν τις καλλιέργειές τους, που καταχωρούν το εισόδημά τους από την αγροτική δραστηριότητα στις φορολογικές αρχές. Και μου κάνει εντύπωση που σας βρίσκουν αντίθετο αυτά. Σε αυτό δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε.
Θα μπορούσαμε να δούμε την περίπτωση στήριξης σε είδος. Το έχουμε κάνει και σε άλλες περιοχές και πρέπει αυτό να γίνει σε συνεργασία με την Περιφέρεια. Δεν μπορούμε να αποζημιώσουμε γιατί, όπως σας είπα, εμείς στηρίζουμε τις επιχειρήσεις ή τις αγροτικές εκμεταλλεύσεις ως επιχειρήσεις. Εδώ έχουμε μία απώλεια περιουσιακού στοιχείου, οπότε, εάν υπάρχει μία στενή καταγραφή των περιπτώσεων εκείνων που είναι οικιακή χρήση και όχι περιπτώσεις που καλλιεργούνται αλλά δεν δηλώνονται στις φορολογικές αρχές, τότε μπορούμε σε συνεργασία με την Περιφέρεια να έχουμε κάποια χορήγηση σε είδος, όπως σε αρκετές των περιπτώσεων έχουν γίνει από ιδιωτικές πρωτοβουλίες. Έχει γίνει στην Αρχαία Ολυμπία, έχει γίνει στην Άμφισσα. Έτσι, θα μπορέσουμε να τους στηρίξουμε, εάν υπάρχει αυτή η διάκριση, να εστιάσουμε αποκλειστικά στην οικιακή χρήση και να καλύψουμε τη ζημιά στο περιουσιακό στοιχείο ενός νοικοκυριού, το οποίο θα μπορέσουμε να το κάνουμε και είμαι σίγουρος ότι κι ο ιδιωτικός τομέας θα συνεισφέρει. Το ζητούμενο είναι να κλείσουμε την περίμετρο σε αυτούς που πρέπει […]».