- 26 Ιανουαρίου, 2022
Δελτίο Θυέλλης, του Γιώργου Τσιντσίνη (έκδοση 22/1/22)
Το Δελτίο Θυέλλης που υπογράφει ο Γιώργος Τσιντσίνης και δημοσιεύθηκε στον “Λαό”, έκδοση 22/1/22
Πιο λογική η «όμικρον»
«μαζεύεται» αβέρτα….
Παράλογη και εχθρική
είν’ η ρουφιάνα η «Δέλτα».
Καλημέρα σας… Όταν είσαι στη θέση μου, υποχρεωμένος να σχολιάζεις την επικαιρότητα –όσο μπορείς πιο αντικειμενικά- στους δύσκολους καιρούς μας, δεν μπορείς να ισορροπήσεις όπως θα ήθελες τουλάχιστον, αφού οι εξελίξεις οδηγούν την κούρσα των δυσάρεστων ή ευχάριστων (πιο σπάνια) γεγονότων και όχι η προσωπική σου άποψη για τα πράγματα. Άρα σ’ αυτή τη δουλειά, αν προσπαθείς να είσαι σωστός ούτε τη στήλη σου δεν μπορείς να κουμαντάρεις. Τα γεγονότα σε κουμαντάρουν, θες δεν θες.
Η πρώτη προσωπική διαπίστωση που διατυπώνω λοιπόν είναι ότι στην τωρινή συγκυριακή δυστοπία η μεγάλη πλειοψηφία του Ελληνικού λαού (μέχρι και τα νήπια) εμφανίζεται εκπαιδευμένη. Και δεν περιμέναμε να ενσκήψει η πανδημία για να το διαπιστώσουμε. Από την εποχή των μνημονίων, της μακρόχρονης χρεοκοπίας και της λιτότητας, το ζήσαμε, το παλέψαμε, το ξεπεράσαμε τελικά κι ας άφησε πληγές, κάποιες ανεπανόρθωτες. Τώρα βαδίζουμε (κατά βάση …κουτσαίνουμε) στο τρίτο έτος των επικίνδυνων ιών και τα νταούλια βαρούν οι λοιμώξεις και οι μεταλλάξεις τους.
Ολοένα και περισσότεροι γιατροί, ερευνητές, πολιτικοί σε όλο τον κόσμο αρχίζουν να εκφράζουν μια συγκρατημένη αισιοδοξία για κάποιο «φως στο βάθος του τούνελ» ως προς το τέλος αυτής της οδυνηρής περιπέτειας που άλλαξε τις ζωές μας, αλλά και πήρε τις ζωές εκατοντάδων χιλιάδων άλλων συνανθρώπων μας. Κανένας τους όμως δεν στοιχηματίζει για το εάν και πότε θα έρθει το τέλος του κακού, η λύτρωσή μας. Ωστόσο η «Δέλτα» επιμένει, προκαλεί δεκάδες θανάτους καθημερινά, γεμίζει τις ΜΕΘ και –με κυρίως ανεμβολίαστους- κρατάει ενεργό το γενικό συναγερμό. Αντίθετα η «όμικρον» τρέχει και μολύνει πιο πολύ, αλλά φρύγει πιο γρήγορα, με ήπιες νοσήσεις, αφήνοντας υποσχέσεις (ή ψευδαισθήσεις;) ότι βαδίζουμε προς το τέλος.
Όπως και να ‘χει πάντως εμβολιασμένοι κι ανεμβολίαστοι μάθαμε να προσέχουμε, να φυλαγόμαστε και μαζεύουμε διαρκώς τα «κουρέλια» της υπομονής και της αντοχής μας.
Τούτων δοθέντων μου ήρθε στο μυαλό μου μια συμβολική ιστορία της αρχαιότητας, τότε που κάποιος ζήτησε από την Πυθία, στο Μαντείο των Δελφών, να αποφανθεί για το «ποιο θα είναι το μέλλον της Ελλάδος» κι εκείνη χρησμοθέτησε: «Ασκός κλυδωνιζόμενος, μηδέποτε βυθιζόμενος». Άρα, σε ελεύθερη μετάφραση, θα ζούμε –συχνά ή όχι- με φουρτούνες, καταιγίδες και βάσανα, αλλά θα επιβιώνουμε τελικά και πάντοτε.
Πρακτικά πάντως , από πληροφορίες που έχω, μπορεί μεν να ξεπεράσαμε το 70% του Ελληνικού λαού σε εμβολιασμούς, αλλά τις τελευταίες μέρες στα εμβολιαστικά κέντρα προσέρχονται πολίτες κυρίως για την τρίτη δόση. Ίσως τα καλά νέα για την «όμικρον» βολεύουν τους φόβους και την ατολμία όσων επιμένουν να μην εμβολιάζονται. Και τα πρόστιμα της υποχρεωτικότητας ελάχιστα πρόκειται να αποδώσουν.
Έξαρση της εγκληματικότητας καταγράφεται κλιμακούμενη και ειδικότερα η ενδοοικογενειακή βία μαίνεται αδιάπτωτα. Ξεκαθαρίσματα λογαριασμών αιματηρά, εκβιασμοί, απαγωγές κτλ. Τι συμβαίνει; Δεν πάνε καλά οι δουλειές; Ορατό. Ζούμε τα παρεπόμενα των εγκλεισμών, του γενικού φόβου για την πανδημία και σημαντικές διαταραχές της ατομικής και συλλογικής ψυχολογίας μας; Προφανώς…
Με οδηγό την ενεργειακή κρίση σχεδόν παντού στην αγορά οι τιμές τραβούν την ανηφόρα, λίγο ή πολύ. Δεν πιστεύω να βρείτε καταστηματάρχη να δηλώνει ευχαριστημένος από την κίνηση και τους τζίρους του. Ακόμη και το καφεδάκι μας έγινε πιο …πικρό. Τι άλλο να πω; Ίσως για την ακρίβεια να φταίει και η συνήθης αυτοσυγκράτηση των καταναλωτών λόγω χειμώνα. Πάντως τα ράφια, οι προθήκες και οι βιτρίνες «αντιγράφουν» τις μοναξιές των …ΜΕΘ. (Φέρτε πιο γρήγορα την Άνοιξη να ανασάνουμε).
«Κάθε πέρσι και καλύτερα» στο Ληξιαρχείο της περιοχής μας. Και το 2021 οι θάνατοι περισσότεροι από τις γεννήσεις (έκανε κι ο κόβιντ τη βρώμικη δουλειά του), αλλά αξιοσημείωτη είναι και η σοβαρή αύξηση των διαζυγίων. Δεν πάμε καθόλου καλά, παιδιά…
Στο … ντούκου γιόρτασαν για δεύτερη χρονιά οι Αντώνηδες και οι πολύ περισσότεροι Θανάσηδες, καθώς και τα θηλυκά τους συνονόματα τη γιορτή τους. Οι έκτακτες συνθήκες που περιορίζουν ακόμη εστίαση και διασκέδαση έκαναν –όπως κι άλλες πριν- τη ζημιά τους στη γιορτή. Δεν πειράζει , παιδιά… Να είστε γεροί και ευτυχείς για του χρόνου, να ξεπληρώσετε τα κεράσματα που μας χρωστάτε.
Απότομη πτώση της θερμοκρασίας κάτω του μηδενός, μέχρι και χιονόπτωση στα πεδινά της Μαγνησίας προέβλεπαν τις προηγούμενες μέρες οι μετεωρολόγοι για σήμερα Σάββατο. Δυσκολεύομαι να πιστέψω ότι θα επαληθευτούν γιατί τίποτε πριν δεν προδίκαζε αυτή την αλλαγή. Αλλά κι αν συμβεί, δεν είναι κακό μα δούμε μια …άσπρη μέρα, όταν οι ίδιες προβλέψεις μιλούν για μια σύντομη σε χρονική διάρκεια αλλαγή (μάλλον ως την προσεχή Τετάρτη). Από τη μια μεριά όμως λες «χειμώνας είναι – ο καιρός για κακοκαιρίες και κρύο», αλλά από την άλλη φαντάζεσαι τους φουσκωμένους λογαριασμούς που θα έρθουν λόγω θέρμανσης και όσο να ‘ναι- ένας ψιλο-ιδρώτας σε πιάνει.
Συγκινεί και συγκλονίζει η περίπτωση για νεαρή Βολιώτισσα μητέρα που πρόσφατα παρέδωσε το παιδί -που μεγαλώνει μόνη- στο Ορφανοτροφείο επειδή δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να το μεγαλώσει. Και πέρα από τη σχεδόν βεβαιότητα ότι το δράμα της δεν είναι το μοναδικό στην κοινωνία μας, αναλογίζομαι άραγε πώς νιώθουμε όσοι από μας είχαμε την ευλογία να γίνουμε γονείς; Ναι, όλοι εμείς που τιναζόμαστε ξαφνικά στον ύπνο μας, αγωνιώντας πού είναι τα παιδιά μας όταν λείπουν ή αν κοιμούνται ασφαλή, ζεστά, χορτάτα και τον ύπνο τους δεν τον ταράζουν οι εφιάλτες της επιβίωσης. Τι παραπάνω να πούμε όλοι εμείς που τους έχουμε εξασφαλίσει τα βασικά αγαθά, αλλά και τί θα έλεγε στον ταραγμένο της ύπνο και πόσα βράδια αυτή η φτωχή γυναίκα, που ήξερε ότι το πρωί δεν θα είχε ένα ποτήρι ζεστό γάλα για το παιδάκι της; Παντού γύρω μας η ανέχεια είναι παρούσα είτε ντύνεται τα ράκη της αξιοπρέπειας είτε όχι…Ας βοηθάμε όπου και όσο μπορούμε.
Στις 15 Μαρτίου του έτους 1975 έφυγε από την ζωή ο Αριστοτέλης Ωνάσης στη μνήμη του οποίου, ο Αρχιμανδρίτης π. Τιμόθεος Ηλιάκης δημοσιεύει ένα περιστατικό, που συχνά διηγείτο ο μακαριστός Μητροπολίτης Παραμυθίας Τίτος Ματθαιάκης.
«Ένα καλοκαίρι μετά την Θεία Λειτουργία στην πανέμορφη Πάργα, ο εφημέριος του Ναού παρέθεσε γεύμα στον Μητροπολίτη σε ένα παραλιακό εστιατόριο. Ξαφνικά παρουσιάσθηκε ο Ωνάσης με την παρέα του, φορούσε κοντό παντελόνι, ένα απλό πουκάμισο και πέδιλα. Μόλις είδε τον Μητροπολίτη ειδοποίησε τον ιδιοκτήτη του εστιατορίου και ζήτησε ένα ιδιαίτερο χώρο να καθίσει λίγο μόνος του, ενώ ταυτόχρονα έστειλε κάποιον από την συνοδεία του στο σκάφος του. Μετά από λίγο εμφανίστηκε με κουστούμι και γραβάτα και πήγε χαμογελαστός να χαιρετίσει τον Μητροπολίτη. Στην απορία του Επισκόπου για την αλλαγή της ενδυμασίας απάντησε: «Τον άνθρωπο τον κρίνεις και από τα ρούχα που φοράει, μπορεί να είμαι ο Ωνάσης, αλλά εσείς είστε Επίσκοπος και οφείλω σεβασμό στο εγκόλπιο, στο σχήμα και το πρόσωπό σας. Δεν μπορώ να σας χαιρετίσω και να κάτσω δίπλα σας με σορτς, πέδιλα και πουκαμίσα».
Στη συνέχεια παρακάλεσε να προσφέρει εκείνος το γεύμα ενώ ζήτησε να μάθει σχετικά με τα προβλήματα της Μητροπόλεως Παραμυθίας. Υποσχέθηκε και το έκανε πράξη μια γενναία επιχορήγηση για το μαθητικό Οικοτροφείο Παραμυθιάς, για να διαμένουν παιδιά από τα χωριά του Νομού που δεν είχαν Γυμνάσια ή Λύκεια και να μπορούν να σπουδάζουν στη Παραμυθιά.» Άλλες εποχές, άλλα ήθη… Ας τα μαθαίνουν οι νεότεροι και ας παραδειγματίζονται.
Αφηγείται ο Βασίλης Τσιτσάνης (στη φωτο): «Από μικρό παιδί ήμουν γεμάτος μουσική και αισθανόμουν την ανάγκη να συνθέτω, να παίζω και να τραγουδώ. Ακόμα και στον ύπνο μου, στα όνειρά μου, έβλεπα μουσική. Στα πρώτα βήματα του ρεμπέτικου, γράφτηκαν πολλά τραγούδια γύρω από τις φυλακές και τα ναρκωτικά. Προσωπικά, δεν ένοιωσα την ανάγκη να γράψω τραγούδια με τέτοιο περιεχόμενο με τρεις μόνον εξαιρέσεις: Όταν συμβεί στα πέριξ, Η δροσούλα, Μάγκας βγήκε για σεργιάνι. Ναι, έπαιξα κι εγώ σε τεκέ αλλά για ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Δεν ήταν κάτι που ταίριαζε στον χαρακτήρα μου, στον ψυχικό μου κόσμο. Η μεγάλη ανέχεια που με έδερνε εκείνη την εποχή, με είχε αναγκάσει να παίξω σε τεκέ και όχι γιατί το επιζήτησα. Από την πρώτη στιγμή που μπήκα μέσα εκεί, κατάλαβα πως η ατμόσφαιρα του τεκέ δεν μου πήγαινε. Γι’ αυτό και τελικά είναι ζήτημα αν έκατσα δεκαπέντε μέρες…
Το 1948, στον Εμφύλιο, βρισκόμουνα στη Θεσσαλονίκη. Με καλέσανε να πάω σε ένα στρατιωτικό νοσοκομείο, να παίξω για τους τραυματίες. Είχα γράψει τότε τον ”Τραυματία”. «Πέφτουν οι σφαίρες σαν το χαλάζι κι ακουμπισμένος σε ένα δεντρί, ο τραυματίας αναστενάζει και τη μανούλα του ζητάει να δει.» Μόλις μπήκα στο θάλαμο κι άρχισα να παίζω με το μπουζούκι και να λέω το τραγούδι, σηκωθήκανε πάνω, το έριξαν στο τραγούδι, κι εκείνοι με τα κομμένα πόδια ήθελαν ακόμα και να χορέψουν! Μπήκε ένας γιατρός αναστατωμένος: ”Μη κύριε Τσιτσάνη”, μου είπε παρακαλετά, ”μη συνεχίσετε, τα τραύματά τους αιμορραγούν και όπως κάνουν προσπάθεια να σηκωθούν, θα πεθάνουνε!” Ήταν κάτι το εκπληκτικό. Άνθρωποι μισοπεθαμένοι, να ακούνε ένα τραγούδι και να ανασταίνονται, να γίνονται γίγαντες! Στα περισσότερα τραγούδια μου υπάρχουνε στοιχεία που ξυπνούν τον ηρωισμό και τη λεβεντιά, που πιστεύω ότι υπάρχουν ακόμα και μέσα στους αδύναμους, στους συνεσταλμένους ανθρώπους…»
Βασίλης Τσιτσάνης (1918 – 1984).
(Πηγή: tanea.gr – Απόσπασμα από συνέντευξη στον Γιώργο Πηλιχό).
«Η τραγωδία της ζωής είναι ότι γερνάμε πολύ νωρίς και γινόμαστε σοφοί πολύ αργά.» (Βενιαμίν Φραγκλίνος).
Έβαλε ο ιός σημάδι τα πρωτοπαλίκαρα… Μα πώς γίνεται να νοσούν (ευτυχώς ήπια) διαρκώς πολιτικοί, πρώην πρωθυπουργοί (Αλέξης Τσίπρας, Αντώνης Σαμαράς, Κώστας Καραμανλής), πρώην Πρόεδροι Δημοκρατίας (Παυλόπουλος, Σαρτζετάκης), υπουργοί, πρώην υπουργοί και βουλευτές; Και είναι όλοι τους πλήρως εμβολιασμένοι. Οι πολλές χειραψίες θα φταίνε ή οι πολλές …ταβέρνες.
Φήμες ότι τάχα στη φετινή γιορτή των Τριών Ιεραρχών άοπλοι αστυνομικοί θα κερνάνε τσικουδιές και μεζεδάκια στους φοιτητές και στις φοιτήτριες, ακόμα και στους εξωσχολικούς μπαχαλάκηδες, μέσα στα Πανεπιστήμια, διαψεύδονται από την …αντιπολίτευση.
Πολλές φορές φορές αναρωτιέμαι: Στα απο-κόμματα της Ελληνικής Βουλής οι αρχηγοί τους, οι δυο – τρεις βουλευτές και τα στελέχια τους πόσες φανέλες, εσώρουχα και πουκάμισα αλλάζουν κάθε μέρα από τον ιδρώτα της υπεραπασχόλησης, όταν δηλαδή ….ξύνουν σκεμπέδες;
Η μητέρα του ζει στο Βόλο, αλλά ο μοναχογιός της, νεαρός επιστήμονας ζει και εργάζεται στις ΗΠΑ, με την οικογένειά του, όπου πριν λίγες μέρες νόσησε ήπια από την «όμικρον» με τη σύζυγό του, αν και οι δυο πλήρως εμβολιασμένοι. Αναρρώνοντας έστειλε στο κινητό της μητέρας του το παρακάτω απαντητικό μήνυμα: «Η χειρότερη ….παρενέργεια είναι να σου τηλεφωνεί κάθε δυο ώρες η μάνα σου από την Ελλάδα, για να σε ρωτήσει πώς είναι η υγεία σου». Αχ, αυτές οι μανούλες…
Τις προάλλες, ο τίτλος της σχετικής είδησης έγραφε: «Αρκούδα εισέβαλε σε καφενείο στα Ζαγοροχώρια». Σιγά την …είδηση. Τόσα χρόνια εγώ, που μπαινοβγαίνω στην καφεστίαση, αν έχω δει άμε – γύρευε… «αρκούδες».
Ζωή δεν είναι να ξυπνάς
και να κοιμάσαι πάλι.
Ζωή είναι να ‘σαι ξυπνητός
όταν κοιμούνται οι άλλοι.
(Κρητική μαντινάδα).