- 9 Οκτωβρίου, 2018
Ευθ. Ζιγγιρίδης: Πλεονάσματα μιζέριας ή αναπτυξιακά πλεονάσματα;
Γράφει ο Ευθύμιος Ζιγγιρίδης
ΒEng MSc AMIEE MILT Σύμβουλος Στρατηγικών Επενδύσεων
Τα τελευταία χρόνια οι Έλληνες πολίτες «μάτωσαν» προκειμένου να επιτευχθούν οι μνημονιακοί στόχοι ενός μνημονίου (το τελευταίο) το οποίο προήλθε από τις ακροβασίες της Κυβέρνησης του πρώτου εξαμήνου του 2015. Τα υπερπλεονάσματα μπορούν να θεωρηθούν επιτυχία των μνημονίων, αφού μπήκε μία τάξη στα δημοσιονομικά της χώρας. Η Ελλάδα το 2014, 2016 και 2017 πέτυχε πλεονάσματα μετά από πολλά συνεχή έτη ελλειμμάτων.
Τα υπερπλεονάσματα βέβαια επιτεύχθηκαν από την υπερφορολόγηση και το «στράγγισμα» των ελληνικών νοικοκυριών. Το 2016 και το 2017, τα δημόσια έσοδα από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές ήταν περί τα 5 δισ. ευρώ περισσότερα από τα προηγούμενα έτη της κρίσης. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος ήταν ύψους 80 δισ. ευρώ από 75 δισ. ευρώ που ήταν προηγουμένως και διαμορφώθηκαν στα επίπεδα του 45% του ΑΕΠ. Η πολιτική αυτή είχε ως αποτέλεσμα σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat η χώρα να επιτύχει το 2017 πρωτογενές πλεόνασμα 4,3% του ΑΕΠ αντί 1,75% που ήταν ο στόχος. Δηλαδή το πλεόνασμα ήταν μεγαλύτερο κατά περίπου 2,5 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ.
Αυτοί οι πόροι οι οποίοι κατέληξαν στο δημόσιο ταμείο έλειψαν από την ελληνική αγορά. Εάν αυτά τα χρήματα κατέληγαν στην αγορά, ίσως ο ρυθμός ανάπτυξης να ήταν το 2017 2,7% αντί 1,5%, κάτι το οποίο θα είχε πολλαπλασιαστικά οφέλη στο ταμείο του κράτους στην ανεργία και στο κατά κεφαλήν εισόδημα των Ελλήνων.
Αυτή η διαχείριση της μιζέριας λοιπόν έχει οδηγήσει την Ελλάδα στην στασιμότητα και οι γειτονικές χώρες, μας έχουν ξεπεράσει η θα μας ξεπεράσουν σύντομα στο κατά κεφαλήν εισόδημα. Για παράδειγμα το κατά κεφαλήν εισόδημα της Κύπρου, αντιστοιχεί σε 34.716 δολάρια, έναντι 25.879 δολάρια στην Ελλάδα. Στα πενταετή ομόλογα οι αγορές δανείζουν την Κύπρο με επιτόκιο 1% περίπου ενώ την Ελλάδα με επιτόκιο 3% περίπου. Το επιτόκιο για το δεκαετές ομόλογο της χώρας μας είναι 4%+ και των άλλων μνημονιακών χωρών όπως η Ιρλανδία είναι 0,9% και η Πορτογαλία με επιτόκιο 1,8%. Με λίγα λόγια το χρήμα για εμάς είναι ακριβό επομένως αυτό δημιουργεί πρόβλημα σε όλο το φάσμα της οικονομίας. Εξάλλου η λογική ότι έχει η χώρα μαξιλάρι για 3 χρόνια και ας μην βγει στις αγορές δεν είναι σωστό, διότι οι τράπεζες μας δεν μπορούν να δανειστούν με μικρότερο επιτόκιο από ότι δανείζεται η χώρα, επομένως αυτό δημιουργεί πρόβλημα στην δανειοδότηση των επιχειρήσεων αφού αυτές πρέπει να δανείζονται από τις τράπεζες με υψηλά επιτόκια.
Αν συγκριθούμε με τους Βαλκάνιους γείτονες μας θα δούμε ότι το κατά κεφαλήν εισόδημα της Σλοβενίας είναι 35.000 δολαρίων έναντι 25.300 δολ. της Κροατίας, 25.500 δολ. της Ρουμανίας, και 22.700 δολ της Βουλγαρίας. Ακόμη και η Βουλγαρία η οποία ήταν πολύ πίσω από εμάς σε οικονομικούς δείκτες σε λίγα χρόνια θα έχει μεγαλύτερο κατά κεφαλήν εισόδημα από την Ελλάδα.
Είναι προφανές ότι τα υπερπλεονάσματα, εγκλωβίζουν την αναπτυξιακή πορεία της χώρας. Είναι σημαντικό για την χώρας μας να έχει πρόσβαση στις διεθνείς αγορές για φθηνό χρήμα, όχι για καταναλωτικούς σκοπούς (δημόσια κατανάλωση) όπως στο παρελθόν, αλλά για επενδύσεις, είτε με τη μορφή δανεισμού ελληνικών επιχειρήσεων και τραπεζών (αγορά από ξένους εταιρικών ομολόγων), είτε με τη μορφή εισροών κεφαλαίων για ξένες άμεσες επενδύσεις (που περιλαμβάνουν και εξαγορές επιχειρήσεων και κατοικιών) και επενδύσεις χαρτοφυλακίου στο ελληνικό Χρηματιστήριο ή με την επανεισαγωγή κεφαλαίων Ελλήνων από το εξωτερικό.
Αυτά θα πρέπει να διαπραγματευθεί με τους δανειστές μας η σημερινή και η αυριανή κυβέρνηση του τόπου προκειμένου να εξαλειφθούν τα πλεονάσματα της μιζέριας και να επιτευχθούν τα αναπτυξιακά πλεονάσματα.