- 28 Αυγούστου, 2013
Ακραία συμπεριφορά σε συναυλία
Η αναγνώστριά μας Λένα Σταματίου γράφει:
«Μαθαίν’ λοιπόν ο πατριώτης για μια εκδήλωση στου χωριού τ’.
Αύγουστος, πανσέληνος, μουσεία… όλα συγκεχυμένα στο μυαλό του.
Μάζεψ’ τη φαμελιά τ’ , γ’ναίκα, παιδιά και βίρα για τη φιέστα.
Βρίσκει και τέσσερες – πέντε θέσεις μπροστά – μπροστά (για όλους από μια) και κάθετ’.
Αλλά, όλα τούτα δεν τ’ αρέσουν αυτουνού, τι να καν’ έπρεπε να βγάλ’ και τη γυναίκα τ’ έξω μια στάλα.
Το ένα το κορίτσι του πηγαίνει και κάθεται στο γκαζόν μαζί με τ’ άλλα τα παιδάκια. Η καρέκλα μένει άδεια γι’ αρκετή ώρα. Τη βλέπει λοιπόν μια μεσήλικη γυναίκα, που είναι όρθια για αρκετή ώρα και, ενώ είναι έτοιμη να φύγει απ’ την εκδήλωση, γιατί δεν μπορεί να σταθεί άλλο, -τυγχάνει και εκπαιδευτικός- και κάνει μια προσπάθεια να καθίσει στην άδεια εκείνη καρέκλα…
Ε! σκέφτεται παιδάκι είναι. Θα τη σεβαστούν, να την αφήσουν να καθίσει λίγο. Που να ‘ξερε με τι είχε να κάμει η δόλια. Δειλά – δειλά λοιπόν λέει σιγανά στη μαμά «να κάτσω λίγο να ξεκουραστώ». Η κυρία δεν είχε δει τον πατριώτη που φύλαγε την καρέκλα, που φυσικά την είχε νοικιάσει, …ήταν δική του. Μόλις λοιπόν κάθεται, αρχίζει ο πατριώτης να γκρινιάζει στη γυναίκα του, ότι άφησε το παιδί να καθίσει στο γκαζόν και θα βγάλει σπυριά και απευθυνόμενος με σκαιότητα στην κυρία της λέει: «να φύγεις, τώρα!».
Εκείνη προσπαθεί να του χαμογελάσει και να μη μιλήσει, για να μη γίνει φασαρία.
«Σ’ εσένα μιλάω, γελάς κιόλας;» και στο λεπτό πιάνει την καρέκλα και την κουνάει για να πέσει κάτω η γυναίκα.
Προσπαθεί η γυναίκα του να τον συνετίσει, εκείνος βγάζει όλα του τα ακραία που ‘κρυβε. Βρήκε την ευκαιρία…
Ωρύεται, έχει γίνει μπλαβής, τα μάτια του γουρλώνουν, η τραγουδίστρια τραγουδάει, το παιδί κοιτάζει τον μπαμπά του, έκπληκτο και ο κόσμος ακούει…
Πω! πω! ντροπή, σκέφτεται η δασκάλα. Τι κάνεις; Θα τα βάλεις μ’ ένα άνθρωπο που δεν σέβεται τίποτε;
Εσύ που στους μαθητές σου μαθαίνεις ακριβώς το αντίθετο, να σέβονται τους μεγαλύτερους, να προσέχουν τη συμπεριφορά τους προς τους συνανθρώπους και το περιβάλλον, να μιλούν με ευγένεια και καλοσύνη, να διεκδικούν το δίκιο του μέσα από νόμους και κανόνες, που διέπουν μια σωστή κοινωνία;
Δεν έχει τύχει τέτοιας συμπεριφοράς, στα τόσα χρόνια υπηρεσίας της στο σχολείο.
Νιώθει λοιπόν ντροπή, δάκρυα πλημμυρίζουν τα μάτια της, σκύβει το κεφάλι της και φεύγει…
Άλλωστε τι άλλο θα μπορούσε να κάνει;
Και ο πατριώτης πίσω της να ωρύεται: «Ε, όχι που θα σ’ άφηνα να καθίσεις και δεν θα σ’ έδιωχνα!»
Ζήτω! Πατριώτη, κέρδισες.
Τι όμως;….
Λένα Σταματίου»