- 27 Οκτωβρίου, 2024
Μαθαίνοντας τα νέα του Πολέμου του 1940 στη Σούρπη – Γράφει ο Τριαντάφυλλος Σπανός
Πολλές φορές αείμνηστοι πλέον γέροντες του τόπου μου, της Σούρπης Μαγνησίας, μού είχαν διηγηθεί πώς μάθαινε το χωριό τα νέα του Πολέμου του 1940 και τους θριάμβους του ελληνικού στρατού κατά των Ιταλών εισβολέων. Είναι μια σχετικά άγνωστη πτυχή του ελληνοϊταλικού πολέμου η ανακοίνωση στα χωριά της ελληνικής υπαίθρου των μεγάλων νικών στα αλβανικά βουνά την περίοδο Νοέμβριος 1940 έως τον Μάρτιο 1941 όταν έληξε ο πόλεμος με την συνθηκολόγηση και την εισβολή των Γερμανών από τα οχυρά Ρούπελ.
Όταν ερχόταν το τηλεγράφημα προς την Κοινότητα της Σούρπης για τα νέα του Πολέμου και τις νίκες του στρατού, ο πρόεδρος Δημήτρης Σινιώρης το έφερνε στην πλατεία, το ανακοίνωνε στο πολυσύχναστο καφενείο του Βαγγέλη Φράγκου στο ισόγειο της ιστορικής οικίας του Στρατηγού Αθανασίου Φράγκου και ανέθετε σε νεαρά παιδιά, αγόρια και κορίτσια, με ευφράδεια λόγου να αναγγείλουν τα νέα από τον εξώστη της Αγίας Παρασκευής. Ανέβαιναν τότε ο Αχιλλέας Δημοκωστούλας, μετέπειτα σπουδαίος δικηγόρος και οι αδελφές Κεφαλά, η Μαρίτσα και η Καίτη, ψηλά στον εξώστη του ναού που τότε ανεγειρόταν.
Και με μέτωπο προς την γεμάτη πλατεία -αργά το απόγευμα όταν είχαν γυρίσει όλοι από τις δουλειές τους στον κάμπο της Σούρπης- με ένα χωνί σαν σημερινό τηλεβόα ανήγγειλαν τις μεγάλες νίκες… Πήραμε το Τεπελένι… πήραμε την Κορυτσά… πήραμε το Αργυρόκαστρο κλπ φτιάχνοντας και οι ίδιοι αυτοσχέδια κείμενα διθυραμβικά για τους ηρωικούς στρατιώτες μας. Άλλωστε είχαν και τα τρία αυτά νεαρά παιδιά ρητορική έμφυτη, δεινότητα και καθαρό βροντερό λόγο. Πιο πριν είχε ανέβει στο καμπαναριό της εκκλησίας ο Γιάννης Τσελέπης, μια γραφική χαρακτηριστική φιγούρα του χωριού και είχε χτυπήσει χαρούμενα τις καμπάνες για τις νίκες του στρατού μας και έτσι όλο το χωριό καταλάβαινε ότι πάλι είχαμε επιτυχίες στο Μέτωπο του Πολέμου. Ο ιερέας ο εφημέριος του ναού εκείνη την ηρωική εποχή, ο παπά-Μελέτης Βραχνιάς, δεν τον άφηνε μάλιστα να ανέβει στο ατελές ακόμη καμπαναριό που τότε κατασκευαζόταν γιατί φοβούνταν να μην γκρεμοτσακιστεί. Ο ναός της Αγίας Παρασκευής ενημερωτικά είχε τον θεμέλιο λίθο του το 1936 οπότε το 1940 ακόμη κτιζόταν και έτσι κυρίως ο κόσμος λειτουργούνταν στον Άγιο Γεώργιο επάνω από το Δημοτικό σχολείο. Αυτό το χωνί μάλιστα το πήγαιναν μετά οι Σουρπιώτες επάνω στην κορυφή του βουνού στο εκκλησάκι του προφήτη Ηλία και έβαζαν κάθε ημέρα έναν επόπτη παρατηρητή με δυνατή φωνή για να τους ειδοποιεί για τυχόν επιθέσεις της ιταλικής αεροπορίας. Το ίδιο σκηνικό με το εκκλησάκι του προφήτη Ηλία και με τον ιδιότυπο τηλεβόα της εποχής συνεχίσθηκε και μετά την συνθηκολόγηση του Ιταλικού στρατού τον Σεπτέμβριο του 1943 ως τον Απρίλιο του 1944 που έφυγαν οι Γερμανοί από τον Βόλο και την Ελλάδα.
Με το χωνί ειδοποιούσε ο παρατηρητής με το αετίσιο μάτι το χωριό να εγκαταλειφθεί αφού έρχονταν γερμανικά καμιόνια από τον Αλμυρό, προφανώς για εκκαθαριστικές επιχειρήσεις. Έτσι οι κάτοικοι έφευγαν να σωθούν προς το Κλήμα και την Βρύση του Δαμαλά προς τα μέρη του Πτελεού αλλά και προς τις παραθαλάσσιες Νηές διαφεύγοντας από το μονοπάτι της Βαθυόλακκας. Σε αυτή την πλατεία της Σούρπης ωστόσο όπου οι κάτοικοι μάθαιναν τα νέα του Πολέμου, λίγα χρόνια μετά έγινε δυστυχώς ο χώρος της ένας Μαρτυρικός Τόπος θυσίας αφού στις 14 Αυγούστου 1943 εδώ σκοτώθηκαν 7 κάτοικοι της Σούρπης στον βομβαρδισμό από ιταλικά αεροπλάνα.
Φωτογραφίες: Κάτοικοι του χωριού μπροστά στον ναό της Αγίας Παρασκευής το 1950 και ο παπα-Γιάννης Παπατριανταφύλλου μπροστά στο Ηρώο Πεσόντων στην πλατεία κατά τη διάρκεια της εθνικής επετείου της 28ης Οκτωβρίου του 1959. Από το βιβλίο “Ιστορία-Φυσιογνωμία της Σούρπης Μαγνησίας” του κου Τριαντάφυλλου Σπανού (έκδοση ΑΝΕΣ Δήμου Σούρπης, 2005)