- 29 Φεβρουαρίου, 2024
Η Ιερά Μονή Κισσιώτισσας-Ξενιάς, το εντυπωσιακό βιβλίο του Β. Κοντονάτσιου Γράφει ο Γ. Τσολάκης
To τελευταίο συγγραφικό εγχείρημα του Βίκτωρα Κοντονάτσιου, του αειθαλούς πρωτεργάτη της πνευματικής κίνησης του Αλμυρού αποτελεί, τολμώ να πω, την καλύτερη και πλέον αδιάσειστη απόδειξη του λόγου για τον οποίο ο ίδιος θεωρείται ο μακράν κορυφαίος εκπρόσωπος της τοπικής ιστοριογραφίας της εποχής μας.
Αναφέρομαι στο βιβλίο με τον τίτλο «Μήτηρ Μοναστηριών, Ιερά Μονή Παναγίας Κισσιώτισσας-Ξενιάς» το οποίο κάλλιο αργά, ήτοι με αδικαιολόγητη, ίσως, καθυστέρηση ενός και πλέον έτους, έφτασε στα χέρια μου και κοσμεί πλέον προσωπική μου βιβλιοθήκη. Και χρησιμοποιώ τη λέξη «κοσμεί» διότι πρόκειται για αληθινό κόσμημα, το οποίο σε βάθος χρόνου θα αποτελέσει οπωσδήποτε πολύτιμο πνευματικό κειμήλιο για κάθε ευτυχή κάτοχό του.
Ίσως ως εκ περισσού, θεωρώ ωστόσο χρέος να γράψω δυο λόγια για τον ίδιο τον συγγραφέα, ο οποίος είχε το θάρρος να καταπιαστεί με τη μελέτη ενός τόσο απαιτητικού μελετητικού αντικειμένου. Διότι δεν πρέπει να περάσει από το μυαλό κάποιου ότι ο Β. Κοντονάτσιος είναι κάποιος «αργόσχολος» συνταξιούχος, από εκείνους οι οποίοι, χωρίς συχνά να έχουν σχέση με κάποιο από τα πεδία της θεωρητικής επιστήμης, προσπαθούν να… σκοτώσουν την ανία τους παριστάνοντας τάχα τον ιστοριοδίφη. Δεν πρόκειται δηλονότι για έναν απλό «αντιγραφέα» ιστορικών πληροφοριών ο οποίος φιλοδοξεί να θέσει το όνομά στην κορυφή κάποιου εξωφύλλου, παρουσιαζόμενος με την ιδιότητα του…«συγγραφέα», πλην αποσκοπώντας ουσιαστικά σε χειροκροτήματα, επαίνους και κολακείες, τις οποίες ο κ. Κοντανάτσιος ουδέποτε επιδίωξε· καθότι ο ίδιος, φύσει ανιδιοτελής, μετριοπαθής, ευγενής, προσηνής, καλοπροαίρετος και συνεργατικός, έχει αφήσει το ζηλευτό έργο του να μιλάει από μόνο του για εκείνον. Άλλωστε ένα μελετητικό εγχείρημα με αντικείμενο το περίφημο αυτό μοναστικό ίδρυμα που είναι γνωστό ως μοναστήρι της Ξενιάς, αφιερωμένο στη θαυματουργό Παναγία, δεν θα μπορούσε να έχει βρει έκφραση, παρά μόνο σε πρόσωπο με το ηθικό και πνευματικό ανάστημα του κ. Κοντονάτσιου.
Πέραν όμως τούτων, η ενασχόληση του κ. Κοντονάτσιου με το συγκεκριμένο ζήτημα είναι απόλυτα εύλογη και δικαιολογημένη, δεδομένου πως ο ίδιος γνωρίζει τα ιστορικά ζητήματα του Αλμυρού και της περιοχής του καλύτερα από οποιονδήποτε. Διότι δεν πρέπει να παραβλέπεται ότι ο κ. Κοντονάτσιος διαθέτει όχι μόνο πλούσια μελετητική εμπειρία, αλλά και ένα στέρεο γνωστικό κι επιστημονικό υπόβαθρο, το οποίο εν μέρει οφείλεται στη συνεργασία του με δεκάδες καταξιωμένους στο χώρο της αρχαιολογίας, της Ιστορίας και άλλων θεωρητικών κατευθύνσεων επιστήμονες, τις εργασίες και εισηγήσεις των οποίων μελετά και την παρουσίαση των οποίων επιμελείται επί τριάντα και πλέον χρόνια, είτε ως επιμελητής των Δελτίων της Φιλαρχαίου Εταιρείας Αλμυρού, είτε ως επιμελητής της έκδοσης των Πρακτικών των τοπικών Συνεδρίων. Επόμενο είναι ότι, αξιοποιώντας την πλούσια εμπειρία που του δίνει η δραστηριότητά του αυτή, έχει αναπτύξει σε βάθος χρόνου αξιοπρόσεκτη συγγραφική δεξιότητα κι ένα προσωπικό ύφος το οποίο επιτρέπει τον χαρακτηρισμό του, ως κορυφαίου ιστορικού ερευνητή. Όπως άλλωστε θα έχει την ευκαιρία ο φιλίστορας αναγνώστης να διαπιστώσει, το συγκεκριμένο πόνημα πληροί τις προϋποθέσεις της επιστημονικής δεοντολογίας, χωρίς ωστόσο η ανάγνωσή του να είναι κουραστική. Αντίθετα σε κάθε σελίδα του, σε κάθε παράγραφο το ενδιαφέρον του αναγνώστη ανανεώνεται, προτρέποντάς τον στην περαιτέρω ανάγνωσή του.
Στον υποδειγματικό τρόπο γραφής του κ. Κοντανάτσιου εντάσσεται και ο κριτικός σχολιασμός των πηγών τις οποίες χρησιμοποιεί, όπως σαφώς αρμόζει σε κάθε σοβαρή ιστοριογραφική προσέγγιση. Ενδεικτικά, η προβληματική της χρονολόγησης του μοναστηριού της «Κισσιώτισας» απασχολεί αρκετές σελίδες του βιβλίου.
Διαθέτοντας, τέλος, το προνόμιο της μεταδοτικότητας της γνώσης ακόμη και στον αμύητο σε ιστορικά ζητήματα αναγνώστη, -καρπό ίσως και συνάρτηση της μακρόχρονης διδακτικής του εμπειρίας- ο συγγραφέας παραθέτει με τρόπο σαφή και εύληπτο τον πραγματικό χείμαρρο των ιστορικών πληροφοριών που καταγράφει. Έτσι, πατριαρχικά σιγίλια και σουλτανικές διαταγές αποκωδικοποιούνται και παρουσιάζονται με τρόπο κατανοητό, ενώ πλήθος άλλων, άγνωστων τεκμηρίων στα οποία στηρίζεται η εργασία του, αποθησαυρισμένα από τον ίδιο, προβάλλονται ευκρινώς στις σελίδες της εργασίας.
Η χρησιμότητα του συγκεκριμένου βιβλίου των 500 και πλέον σελίδων, το οποίο ενθουσιάζει πραγματικά όχι μόνο με το εύρος αλλά και με το βάθος της ερευνητικής προσπάθειας, έγκειται, πλην των άλλων, στη συνολική προσέγγιση της ιστορικής διαδρομής του μοναστικού συγκροτήματος το οποίο είναι ευρύτερα γνωστό ως «Παναγία Ξενιά», αποκαθιστώντας έτσι διάφορες παρερμηνείες και εσφαλμένες εντυπώσεις για κάθε μία από τις υποενότητες που το απαρτίζουν.
Την καλαίσθητη έκδοση, την οποία επιμελήθηκε προσωπικά και προλογίζει ο καθηγούμενος αρχιμανδρίτης π. Νεκτάριος Υφαντίδης αλλά και ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Δημητριάδος κ. Ιγνάτιος, κοσμεί ένα εντυπωσιακό, απεικονιστικό της μονής εξώφυλλο, το οποίο προδιαθέτει ευχάριστα τον υποψήφιο αναγνώστη για το περιεχόμενο. Οφείλεται κάθε έπαινος σ’ όλους όσοι συντέλεσαν στην υλοποίηση της έκδοσης αυτής.