- 23 Νοεμβρίου, 2023
Ο ποταμός Γιαρμούκ (Yarmuk)
Γράφει ο π. Γεώργιος Γεωργιάδης
Το παρόν άρθρο δέν είναι γεωγραφικό, αλλά ιστορικό. Και περιγράφει μιάν από τίς μεγαλύτερες πληγές τής ελληνικής ιστορίας, τοιαύτη ώστε, δέν τήν πληρώνουμε μέχρι σήμερα μόνον εμείς οι έλληνες, αλλά και η ευρύτερη περιοχή. Κύριες πηγές μας είναι η εγκυκλοπαίδεια «Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα» καθώς και ο «Δ΄ τόμος» τού Will Durant (1885-1981). Και όποτε βλέπετε να αναγράφουμε «σελ. ΧΧΧ», θα πρόκειται γιά αναφορά στόν τόμον αυτού τού κορυφαίου ιστορικού.
Ο ποταμός Γιαρμούκ (ελληνιστί: Ιερομίαξ) εκβάλει στόν Ιορδάνη, και αποτελεί εν μέρει σημερινό σύνορο μεταξύ Συρίας & Ιορδανίας. Εκεί στίς 20 Αυγούστου 636 μΧ έγινε η σημαντικότερη μάχη μεταξύ βυζαντινών και αράβων, νικήθηκαν οι έλληνες κι έκτοτε οι άραβες κατέκλυσαν τήν Μέση Ανατολή με αποτέλεσμα σήμερα να μάς φαίνεται «ως λογικό» να υπάρχουν εκεί άραβες. Γι’ αυτούς τούς λόγους θα προτιμούσα η γραφή τού ποταμού να μήν ήταν Yarmuk, αλλά Yearmuck (έτος βορβόρου).
Ο πέρσης βασιλεύς Χοσρόης Α΄ Ανουσιρβάν (531-579) άρχισε πολέμους με τόν Ιουστινιανό (527-565) τό 539, πόλεμοι οι οποίοι έμελλε να αποβούν αποδυναμωτικοί δι’ αμφότερες τίς αυτοκρατορίες. Πεθαίνοντας ο Χοσρόης, ο στρατηγός Βαράμ σφετερίστηκε τόν θρόνο εις βάρος τού εγγονού τού Ανουσιρβάν, δηλ. τού Χοσρόη Β΄ Παρβέζ. Αυτός ζήτησε τήν βοήθεια τού βυζαντινού αυτοκράτορος Μαυρικίου (582-602), κι έτσι εγκαινιάσθηκε μιά 12ετής φιλία (590-602) η οποία διακόπηκε λόγω τής επονείδιστης εκτελέσεως τής 10-μελούς βασιλικής οικογένειας από τόν εκατόνταρχο Φωκά (602-610). Ο Παρβέζ (590-628) βρήκε αφορμή να επανεκκινήσει τούς ελληνοπερσικούς πολέμους, με πρόσχημα τήν δολοφονία τού φίλου του, Μαυρικίου. Κάπου 26.000 εβραίοι κατετάγησαν στόν περσικό στρατό (σελ. 178), κατέλαβαν τήν Ιερουσαλήμ (614) και σκότωσαν 90.000 χριστιανούς.
Τότε μετέφεραν και τόν Τίμιον Σταυρόν στήν πρωτεύουσά τους (Κτησιφώντα). Ο νέος αυτοκράτωρ Ηράκλειος (610-641) κατέστρεψε τήν ιεράν πόλιν Κλορούμια (624) κι έσβησε τό «άσβεστον φώς». Ο Παρβέζ δολοφονήθηκε από τόν υιόν του Σιρόην (628), ο οποίος επέστρεψε στόν Ηράκλειο ό,τι είχε αρπάξει ο πατέρας του. Ο μετέπειτα πέρσης βασιλεύς Ιεσδεγέρσης ή Γιαζντγκέρντ (632-652) έχασε τήν μάχην (636) από τούς άραβες που ευνοήθηκαν από μιάν αμμοθύελλα, ενώ 5 έτη μετά οι άραβες ήγαγον τήν «Νίκην τών Νικών» κι έκτοτε αραβοποιήθηκαν διά παντός Περσία και Μεσοποταμία. Μέχρι τότε στά ασιατικά εδάφη δυτικώς τής Περσίας τα 90% τών κατοίκων ήσαν χριστιανοί, ενώ σήμερα τα 90% είναι μωαμεθανοί.
Όταν ο Αδριανός (132 μΧ) κατέστρεψε τήν Ιερουσαλήμ κι εκδίωξε άπαντες τούς εβραίους, πολλοί κατέφυγαν νότια στήν όαση Γιατρίμπ, που μετά 500 χρόνια θα μετονομασθεί σε Μεδίνα και θα αποτελεί μιάν εκ τών τριών ιερών πόλεων τών μουσουλμάνων. Περί τό 620, «… πολλοί Ιουδαίοι που έβλεπαν οτι η διαφορά μεταξύ τής διδασκαλίας τού Μωάμεθ και τής δικής των πίστεως ήτο μικρά, τήν εδέχθησαν δοκιμαστικώς» (σελ. 203). Κάποτε ο Μωάμεθ (570-632) ισχυρίστηκε οτι σε όραμα τόν παρέλαβε το πτερωτό άλογο «Βοράκ», τόν πήγε στήν Ιερουσαλήμ, και τό πρωί τόν επανέφερε στήν Μέκκαν. Με αυτόν τόν θρύλον, η αμέτοχη Ιερουσαλήμ προσετέθη κι αυτή ως Ιερά Πόλη τών μωαμεθανών.
Στήν πραγματικότητα οι άραβες ήταν ολιγοπληθές και ετερογενές σύνολον κάποιων φυλών τής αραβικής χερσονήσου. Μετά από αλλεπάλληλες στρατιωτικές επιτυχίες τήν δεκαετία τού ’630, ο στρατηγός τους Χαλίντ με 25.000 άνδρες θα συναντήσει τόν βυζαντινό στρατό (50.000 άνδρες) στόν ποταμό Γιαρμούκ (636), τόν οποίον δυστυχώς κατενίκησε διότι οι μισθοφόροι έκαναν ανταρσία. Γιά πρώτη φορά οι άραβες οικειοποιήθηκαν τά παλαιστινιακά (Χαναάν) εδάφη, μετά δύο χρόνια έπεσε και η Ιερουσαλήμ, και μέχρι σήμερα όσοι έχουν έκτοτε γεννηθεί εκεί, αυτοαποκαλούνται ιδιοτελώς «Παλαιστίνιοι». Σε αντίθεση, βλέπουμε μέχρι σήμερα όσοι κινέζοι έχουν γεννηθεί στίς ΗΠΑ να μήν λένε οτι είναι αμερικάνοι, αλλά ειλικρινώς κινέζοι. Οι μέν πρώτοι διότι δύνανται να ισχυρίζονται ψευδόμενοι οτι η Χαναάν είναι προαιωνίως η κοιτίδα γή τους, ενώ οι δε δεύτεροι διότι ξέρουν οτι δέν υπάρχει περίπτωση να γίνουν πιστευτοί.
Τελικό συμπέρασμα: Δέν μού αρέσουν τα πολλά «αν, αν, αν», αλλά εδώ δέν μπορούμε να τά αποφύγουμε: α) εάν δέν υπήρχαν οι ελληνοπερσικοί πόλεμοι τού 6ου μΧ αιώνος, β) εάν ο Φωκάς δεν έχει δολοφονήσει (602) τον Μαυρίκιο, γ) εάν οι πέρσες δέν είχαν νικηθεί τό 641 μΧ, και δ) εάν δέν είχε γίνει ό,τι έγινε τό 636 μΧ νοτίως τού ποταμού Γιαρμούκ,
τότε η αναντίρρητη αλήθεια είναι οτι σήμερα δέν θα υπήρχαν άραβες βορείως τής αραβικής χερσονήσου. Βεβαίως και δέν είναι δυνατόν να γνωρίζουμε τί θα είχε επακολουθήσει μετά τό 700 μΧ με κάποιο άλλο σενάριο, όπως δέν είναι δυνατόν να μάθουμε ποτέ τί θα είχε γίνει εάν ο Μέγας Αλέξανδρος είχε πεθάνει εβδομηκοντούτης (286 π.Χ.). Αλλά όλοι οι γνώστες τής Ιστορίας ομοφωνούν οτι πρό τού 600 μΧ δέν υπήρχαν άραβες στήν Μέση Ανατολή, τουλάχιστον ως μόνιμοι κάτοικοι. Εμείς όμως βγάζουμε διάφορα ανυπόστατα παρασυρόμενοι από «αισθήματα & αισθήσεις» τί μάς φαίνεται λογικό οτι ίσχυε, ή πώς μάς τά στραβόμαθαν διάφορες «διάνοιες» που παίρνουν σβάρνα τά καφενεία κι έχουν εκμαυλίσει τήν Ιστορία σε Εικοτολογία. Αρκεί να ανατρέξουμε σε ιστορικούς χάρτες τών αρχαϊκών χρόνων, κι εκεί θα δούμε οτι «Ισραήλ» ήσαν εδάφη ακόμη κι ανατολικά τού Ιορδάνου (Περαία).
Σήμερα οι ισραηλινοί εκλιπαρούν να βρούν τήν ηρεμία τους έστω και στά λιγοστά δυτικοϊορδάνια εδάφη, αλλά ο ακούσιος αντισημιτισμός μας δέν μάς επιτρέπει να ανοίξουμε ιστορικό βιβλίο. Η έννοια «αλήθεια» δέν είναι ακριβώς “verita”, αλλά τό στερητικό «α-» σημαίνει οτι είναι ανεπίτρεπτη η λήθη. Δυστυχώς με τήν λήθην αγκαλιά οικοδομούμε ό,τι συχνά εκστομίζουμε, προτιμούντες τήν φυγόπονη ρητορική τής μυθομανίας. Οι συνέπειες τού 636 μΧ στόν ποταμό Γιαρμούκ, πιστεύω πως είναι πιό ολέθριες από τήν λίμνη Βάν (=Ματζικέρτ, 1071), καθότι προλείανε τό έδαφος. Η αδηφάγος πρακτική τών μουσουλμάνων κορυφώθηκε στά 100 χρόνια από τόν θάνατο τού Μωάμεθ, τότε που –μή αρκούμενοι στήν κατάκτηση τής Ισπανίας-, αποπειράθηκαν να υποδουλώσουν καί τήν Γαλλία. Η ολική έκλειψη Ηλίου τής 1ης/3ου/732 που φάνηκε από Μέκκα, τούς ενέπνευσε να επεκταθούν κι άλλο.
Μπορείτε να φανταστείτε πώς θα ήταν σήμερα η Ευρώπη, εάν δέν κατάφερνε ο Κάρολος Μαρτέλ (688-741) να τούς σταματήσει τόν Οκτ. 732 στό Πουατιέ; Μήπως η εθελοτυφλία μας μάς ψιθυρίζει οτι το κακό θα σταμάταγε στήν γραμμή Ρήνου-Ροδανού; Ή μήπως νομίζει κανείς οτι λένε: «Ε!, αφού πήραμε καί τήν Ινδονησία, δέν χρειάζεται να πάμε και παρέκει.»; Ή μήπως προσπερνάμε ανερυθρίαστα, το οτι σήμερα ζητούν Χαλιφάτο στήν Γερμανία; Ό,τι είχαν κάποτε κατακτήσει, τούς παραμένει «σύνορα τής καρδιάς μας». Αλίμονο στά παιδιά μας!