- 21 Αυγούστου, 2023
Παρουσίαση βιβλίου του Αλμυριώτη συγγραφέα Χρήστου Φασούλα την Τετάρτη
Εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου του Χρήστου Φασούλα “Έρως ανίκατε τάχα” θα πραγματοποιηθεί στον Αλμυρό την Τετάρτη 23 Αυγούστου 2023 και συγκεκριμένα στις 19:00 στην αίθουσα του Δημοτικού Συμβουλίου στο Δημαρχείο Αλμυρού. Για το βιβλίο θα μιλήσει ο Δημήτριος Τσούτσας, Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου Αλμυρού.
Ο Χρήστος Φασούλας γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1961 στον Αλμυρό . Σε ηλικία 16 ετών εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου τελείωσε το Λύκειο και εν συνεχεία την Πάντειο. Μολονότι πτυχιούχος Πολιτικών Επιστημών, προτίμησε τις… αθλητικές, κι έτσι το 1983 πρωτοξεκίνησε να ασχολείται επαγγελματικά με τη δημοσιογραφία και το αθλητικό ρεπορτάζ. Είναι μέλος της ΕΣΗΕΑ από το 1993, έχοντας εργαστεί σε όλα τα μέσα (εφημερίδες, περιοδικά, ραδιόφωνο, τηλεόραση), ωστόσο το γράψιμο είναι αυτό που τον κέρδισε. Έχει συνεργαστεί με τις εφημερίδες “Φίλαθλος”, “Φως των Σπορ”, “Sportime”, “Πρώτο Θέμα”, με το ραδιοφωνικό σταθμό “Planet” και το συνδρομητικό κανάλι “Supersport”.
Αναδημοσιεύουμε τον πρόλογο του βιβλίου
ΕΡΩΣ
Μισό…
Προτού ξεκινήσετε να διαβάζετε την ιστορία, επιτρέψτε μου μία πρωταρχική – διευκρινιστική παρέμβαση εκ μέρους μου. Για να ξέρετε δηλαδή πού βαδίζετε και με τι έχετε να κάνετε. Όχι για κανέναν άλλο λόγο, απλώς επειδή τα γεγονότα και τα περιστατικά της ιστορίας που θα διαβάσετε παρακάτω δεν θα είχαν συμβεί ποτέ έτσι και δεν υπήρχα εγώ.
Γι’ αυτό, λοιπόν, επιτρέψετε μου. Επιτρέψτε μου να συστηθώ.
Το όνομά μου είναι Έρως. Μ’ έχετε ακουστά, το ξέρω. Με τη διαφορά πως τα περισσότερα απ’ αυτά που έχετε ακούσει για μένα δεν έχουν την παραμικρή σχέση με την πραγματικότητα. Σας διαβεβαιώνω. Επομένως, δεν θα περιοριστώ μόνο στις συστάσεις. Οφείλω να πω και λίγα πράγματα γύρω από τον εαυτό μου. Προς αποκατάσταση της αλήθειας.
Εντάξει, μην περιμένετε τώρα και ληξιαρχική πράξη γεννήσεως. Τα δημοτολόγια έχουν χαθεί εδώ και κάτι χιλιετίες (τα πέταξε στα Τάρταρα ο Δίας απ’ τα νεύρα του, όταν έπιασε την Ήρα στο κρεβάτι με τον Κρόνο). Εξάλλου, μη νομίζετε, δεν είναι και πολλοί αυτοί που ξέρουν λεπτομέρειες γύρω απ’ τη γέννησή μου. Κι όσοι τις ξέρουν δεν μου τις λένε.
Να, πάρτε για παράδειγμα τη μάνα μου. Παρά τις επίμονες ερωτήσεις μου, εκείνη αρνείται πεισματικά να μου αποκαλύψει ποιος είναι ο πατέρας μου. Με συνέπεια ν’ ακούω κι εγώ τις φήμες και τα κουτσομπολιά και να μην μπορώ να βγάλω άκρη.
Άλλοι λένε ότι είμαι γιος του Ουρανού, ο οποίος κεράτωνε συστηματικά τη Γαία με ό,τι εκινείτο. Άλλοι επιμένουν πως πατέρας μου είναι ο Άρης, ο οποίος κάθε φορά, λέει, που έχανε έναν πόλεμο, για να εκτονώσει τη λύσσα του έβαζε κάτω τη μάνα μου και της πέταγε τα μάτια έξω. Κι άλλοι, τέλος, διαλαλούν πως είμαι ο καρπός ενός απροσδόκητου one night stand ανάμεσα στη μάνα μου και τον Ήφαιστο. Αυτό το τελευταίο, βέβαια, εδώ μου κάθεται… Μα με τον Ήφαιστο, ρε μάνα; Αν έκανε ποτέ κάτι τέτοιο η μαμά, θα πρέπει να ήταν τύφλα στο μεθύσι. Και η αλήθεια είναι ότι κάποια εποχή είχε όντως πρόβλημα με το ποτό. Μιάμιση νταμιτζάνα νέκταρ κατέβαζε στην καθισιά της. Και για να αποτοξινωθεί χρειάστηκαν καμιά χιλιοστή συνεδρίες στους Α.Α.Θ. (Ανώνυμοι Αλκοολικοί Θεοί πάει να πει αυτό).
Το μόνο βέβαιο είναι ότι εγώ δε μοιάζω με κανέναν απ’ τους τρεις δυνάμει μπαμπάδες. Πρώτα πρώτα, εγώ είμαι ξανθός κι αυτοί είναι μελαχρινοί (με εξαίρεση τον Ουρανό, που έχει κάτι γαλαζωπές ανταύγειες, αλλά μόνο όταν είναι στις καλές του, δηλαδή σπανίως). Έπειτα, και οι τρεις τους είναι τριχωτοί του κερατά, ενώ εγώ είμαι πέρα για πέρα σπανός. Και τέλος, κανείς απ’ τους τρεις δεν έχει φτερά. Από τους γνωστούς εραστές της μάνας μου, ο μόνος που έχει φτερά είναι ο Ερμής. Ωστόσο, τα φτερά τα δικά του έχουν φυτρώσει στις φτέρνες του. Ενώ τα δικά μου στην πλάτη. Άσε δε που δεν υπάρχει ούτε μία στο εκατομμύριο να είμαι εγώ γιος αυτού του παπάρα. Εντάξει, δε λέω, ο Ερμαφρόδιτος είναι όντως αδερφός μου -ή αδερφή μου, ανάλογα από ποια σκοπιά το βλέπει ο καθένας. Μόνο που είναι ετεροθαλής αδερφός/ή μου. Επιστημονικώς διακριβωμένο αυτό. Χίλια τοις εκατό. Απλώς πρόκειται για μία ακόμα παρασπονδία της μάνας μου, που ανάθεμα κι αν έχει πάρει ποτέ τ’ αυτί της τον όρο «αντισύλληψη».
Ναι, σωστά μαντέψατε. Η μάνα μου είναι η κυρα-Αφροδίτη. Η ωραιότερη απ’ όλες τις Θεές (από κείνη έχω πάρει, εννοείται).
Αρκετά, όμως, σας ζάλισα με τις προεισαγωγές. Καιρός να πάμε παρακάτω.
Αυτό που οφείλω να διευκρινίσω ευθύς εξαρχής είναι ότι ανέκαθεν ήμουν κακός στα σπορ. Κάκιστος. Κανένα απ’ τα υπόλοιπα Θεόπουλα δε με διάλεγε για την ομάδα του. Μ’ άφηναν πάντα στην απέξω. Εξωφυλαρούχα, που λένε. Μιλάμε για μεγάλη πίκρα. Αλλά ευτυχώς το πήρα γρήγορα απόφαση ότι δεν είμαι εγώ για τέτοια κι έπαψα να τα βάφω μαύρα. Έλα όμως που αυτό το οποίο κατάφερα να αποδεχτώ εγώ, δεν το αποδέχτηκε η μάνα μου ποτέ. Ουδέποτε…
Το ‘χε πάρει προσωπικά. Ήθελε σώνει και καλά να με βάλει ν’ ασχοληθώ με κάποιο σπορ, οποιοδήποτε. Ακόμα και στη ρυθμική γυμναστική πήγε και μ’ έγραψε η βλαμμένη, το φαντάζεστε; Αλλά, ό,τι κι αν έκανε, κάθε φορά γυρνούσα απ’ το μάθημα είτε με στραμπουλισμένο αστράγαλο είτε με ραϊσμένο παΐδι. Ώσπου έπαψε να με τραβολογάει από δω κι από κει τη μέρα που γύρισα σπίτι με συντριπτικό κάταγμα φτερού.
Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι τα παράτησε. Α, όχι, δεν την ξέρετε καλά την κυρα-Αφροδίτη, είναι να μη βάλει κάτι στο μυαλό της. Ή στο μάτι της. Και μια ωραία πρωία, το μάτι της έπεσε τυχαία σ’ αυτό το καταραμένο το τόξο, που της το ’χε χαρίσει στα εξακοσιοστά της γενέθλια η κουνιάδα της η Άρτεμις και που φύλαγε στη γύψινη μεσοτοιχία εδώ και κάτι τέρμινα.
Κι έτσι, λοιπόν, της γεννήθηκε η φαεινή ιδέα… Βάλθηκε, που λέτε, να μου μάθει τοξοβολία. Με δασκάλα την Άρτεμη, φυσικά, ποια άλλη; Και η γκαντεμιά η μεγάλη είναι ότι πήρα άριστα στο πρώτο μάθημα και δεν χρειάστηκε να κάνω άλλα. Η Άρτεμις έστειλε sms στη μάνα μου, διαμηνύοντάς της ότι ο γιόκας της είναι γεννημένος τοξοβόλος. Και δε με πίστεψε όταν της είπα ότι η απίστευτη ευστοχία μου ήταν απλώς θέμα τύχης, ότι ήταν αυτό που λένε η ρέντα του πρωτάρη.
Στην ουσία, βέβαια, δεν ήταν η ρέντα του πρωτάρη. Απλώς, επειδή δεν γούσταρα να μάθω να πετάω βέλη, σημάδευα άλλα αντ’ άλλων. Κι ακριβώς γι’ αυτό το λόγο το ρημάδι το βέλος πήγαινε και καρφωνόταν κατευθείαν στο κέντρο του στόχου.
Ε, από κει κι ύστερα αυτό έγινε η ιστορία της ζωής μου. Το δωδεκαμελές Διοικητικό Συμβούλιο των Θεών, για να τιμήσει το εξαιρετικό -μη χέσω- ταλέντο μου στο άθλημα, αποφάσισε να μου αποδώσει τον τίτλο του Θεού του Έρωτα και της Αγάπης. Και μου ανέθεσε την εξής αέναη αποστολή: να αιωρούμαι πάνω από τους θνητούς, να εντοπίζω τα ταιριαστά ζευγάρια και να τα σημαδεύω με τα θαυματουργά μου, λέει, βέλη. Εντάξει, το πρώτο μέρος της αποστολής μου ήταν παιχνιδάκι. Τα κατάλληλα ταίρια τα εντόπιζα και τα εντοπίζω περίπατο, σιγά το δύσκολο, τι σόι Θεός θα ήμουν εξάλλου αν δεν τα κατάφερνα; Το δύσκολο κομμάτι της αποστολής μου ξεκινάει όταν προσπαθώ να ταιριάξω τα ταίρια. Να τα πετύχω δηλαδή μ’ αυτά τα αναθεματισμένα τα βέλη…
Δεν χρειάζεται, νομίζω, να επεκταθώ περισσότερο επ’ αυτού, το ’χετε πιάσει το νόημα. Εξάλλου, το βλέπετε κάθε μέρα. Το ζείτε: ο κόσμος είναι γεμάτος αταίριαστα ζευγάρια. Και τα διαζύγια κοντεύουν να γίνουν περισσότερα κι απ’ τους γάμους.
Κι όμως. Παρόλα αυτά, παρά τις μυριάδες, τις αμέτρητες αποτυχίες μου, δεν έχω σκοπό να το βάλω κάτω. Άλλωστε, τόσα χρόνια γεμάτα αποτυχίες κι απογοητεύσεις, έχω αρχίσει πια και το παίρνω πατριωτικά. Έχω αρχίσει να πωρώνομαι άσχημα. Και σκοπεύω αυτή τη φορά να ΠΕΤΥΧΩ. Και μάλιστα μόνος μου, εντελώς μόνος, κι όχι επειδή την πιάνει κάπου κάπου το φιλότιμο τη Λάχεση και κατευθύνει τα βέλη μου στους σωστούς στόχους (μην γκουγκλάρετε, ρε, η Λάχεσις είναι Μοίρα, η καλή η Μοίρα -όχι η Καλομοίρα, ρε ζωντόβολα!).
Στην ιστορία που θα διαβάσετε παρακάτω πρωταγωνιστούν οι δύο επόμενοι στόχοι μου. Ένας άντρας και μια γυναίκα. Πάντα ένας άντρας και μια γυναίκα είναι οι στόχοι μου, είναι αυστηρές οι οδηγίες του Δ.Σ., τι νομίζετε, οι Θεοί είμαστε πουριτανοί του κερατά σε ό,τι έχει να κάνει μ’ όλους εσάς τους θνητούς (εμείς, ασφαλώς έχουμε το ελεύθερο να κάνουμε ό,τι όργια γουστάρουμε, καθότι εμείς είμαστε Θεοί, έτσι;). Και μη με ρωτήσετε τώρα «αφού είναι έτσι, ρε φίλε, τότε γιατί οι ομοφυλοφιλικές σχέσεις έχουν αποκτήσει κατακλυσμιαία ανάπτυξη;» Μα τα είπαμε, ρε παιδιά, πάλι τα ίδια θα λέμε; Επειδή είμαι κακός στην τοξοβολία.
Ή μάλλον ήμουν κακός. Αυτή τη φορά, είπαμε, ΘΑ ΠΕΤΥΧΩ. Άσε που στην περίπτωση ειδικά αυτή έχω και ένα επιπλέον κίνητρο: η γυναίκα και ο άντρας, την ιστορία των οποίων θα διαβάσετε παρακάτω, είναι δύο από τις πιο μεγάλες, τις πιο χτυπητές, τις πιο οικτρές μου αποτυχίες. Τους κυνηγάω από καταβολής κόσμου. Σε όλες τις ζωές τους. Και σε όλες έχω φάει άκυρο. Σε όλες, εκτός από μία (αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία).
Οπότε, λοιπόν, πέρα απ’ όλα τ’ άλλα έχω και κάτι να διορθώσω.
Και θα το διορθώσω, μα τον Δία!
Μισό…
Προτού ξεκινήσετε να διαβάζετε την ιστορία, επιτρέψτε μου μία πρωταρχική – διευκρινιστική παρέμβαση εκ μέρους μου. Για να ξέρετε δηλαδή πού βαδίζετε και με τι έχετε να κάνετε. Όχι για κανέναν άλλο λόγο, απλώς επειδή τα γεγονότα και τα περιστατικά της ιστορίας που θα διαβάσετε παρακάτω δεν θα είχαν συμβεί ποτέ έτσι και δεν υπήρχα εγώ.
Γι’ αυτό, λοιπόν, επιτρέψετε μου. Επιτρέψτε μου να συστηθώ.
Το όνομά μου είναι Έρως. Μ’ έχετε ακουστά, το ξέρω. Με τη διαφορά πως τα περισσότερα απ’ αυτά που έχετε ακούσει για μένα δεν έχουν την παραμικρή σχέση με την πραγματικότητα. Σας διαβεβαιώνω. Επομένως, δεν θα περιοριστώ μόνο στις συστάσεις. Οφείλω να πω και λίγα πράγματα γύρω από τον εαυτό μου. Προς αποκατάσταση της αλήθειας.
Εντάξει, μην περιμένετε τώρα και ληξιαρχική πράξη γεννήσεως. Τα δημοτολόγια έχουν χαθεί εδώ και κάτι χιλιετίες (τα πέταξε στα Τάρταρα ο Δίας απ’ τα νεύρα του, όταν έπιασε την Ήρα στο κρεβάτι με τον Κρόνο). Εξάλλου, μη νομίζετε, δεν είναι και πολλοί αυτοί που ξέρουν λεπτομέρειες γύρω απ’ τη γέννησή μου. Κι όσοι τις ξέρουν δεν μου τις λένε.
Να, πάρτε για παράδειγμα τη μάνα μου. Παρά τις επίμονες ερωτήσεις μου, εκείνη αρνείται πεισματικά να μου αποκαλύψει ποιος είναι ο πατέρας μου. Με συνέπεια ν’ ακούω κι εγώ τις φήμες και τα κουτσομπολιά και να μην μπορώ να βγάλω άκρη.
Άλλοι λένε ότι είμαι γιος του Ουρανού, ο οποίος κεράτωνε συστηματικά τη Γαία με ό,τι εκινείτο. Άλλοι επιμένουν πως πατέρας μου είναι ο Άρης, ο οποίος κάθε φορά, λέει, που έχανε έναν πόλεμο, για να εκτονώσει τη λύσσα του έβαζε κάτω τη μάνα μου και της πέταγε τα μάτια έξω. Κι άλλοι, τέλος, διαλαλούν πως είμαι ο καρπός ενός απροσδόκητου one night stand ανάμεσα στη μάνα μου και τον Ήφαιστο. Αυτό το τελευταίο, βέβαια, εδώ μου κάθεται… Μα με τον Ήφαιστο, ρε μάνα; Αν έκανε ποτέ κάτι τέτοιο η μαμά, θα πρέπει να ήταν τύφλα στο μεθύσι. Και η αλήθεια είναι ότι κάποια εποχή είχε όντως πρόβλημα με το ποτό. Μιάμιση νταμιτζάνα νέκταρ κατέβαζε στην καθισιά της. Και για να αποτοξινωθεί χρειάστηκαν καμιά χιλιοστή συνεδρίες στους Α.Α.Θ. (Ανώνυμοι Αλκοολικοί Θεοί πάει να πει αυτό).
Το μόνο βέβαιο είναι ότι εγώ δε μοιάζω με κανέναν απ’ τους τρεις δυνάμει μπαμπάδες. Πρώτα πρώτα, εγώ είμαι ξανθός κι αυτοί είναι μελαχρινοί (με εξαίρεση τον Ουρανό, που έχει κάτι γαλαζωπές ανταύγειες, αλλά μόνο όταν είναι στις καλές του, δηλαδή σπανίως). Έπειτα, και οι τρεις τους είναι τριχωτοί του κερατά, ενώ εγώ είμαι πέρα για πέρα σπανός. Και τέλος, κανείς απ’ τους τρεις δεν έχει φτερά. Από τους γνωστούς εραστές της μάνας μου, ο μόνος που έχει φτερά είναι ο Ερμής. Ωστόσο, τα φτερά τα δικά του έχουν φυτρώσει στις φτέρνες του. Ενώ τα δικά μου στην πλάτη. Άσε δε που δεν υπάρχει ούτε μία στο εκατομμύριο να είμαι εγώ γιος αυτού του παπάρα. Εντάξει, δε λέω, ο Ερμαφρόδιτος είναι όντως αδερφός μου -ή αδερφή μου, ανάλογα από ποια σκοπιά το βλέπει ο καθένας. Μόνο που είναι ετεροθαλής αδερφός/ή μου. Επιστημονικώς διακριβωμένο αυτό. Χίλια τοις εκατό. Απλώς πρόκειται για μία ακόμα παρασπονδία της μάνας μου, που ανάθεμα κι αν έχει πάρει ποτέ τ’ αυτί της τον όρο «αντισύλληψη».
Ναι, σωστά μαντέψατε. Η μάνα μου είναι η κυρα-Αφροδίτη. Η ωραιότερη απ’ όλες τις Θεές (από κείνη έχω πάρει, εννοείται).
Αρκετά, όμως, σας ζάλισα με τις προεισαγωγές. Καιρός να πάμε παρακάτω.
Αυτό που οφείλω να διευκρινίσω ευθύς εξαρχής είναι ότι ανέκαθεν ήμουν κακός στα σπορ. Κάκιστος. Κανένα απ’ τα υπόλοιπα Θεόπουλα δε με διάλεγε για την ομάδα του. Μ’ άφηναν πάντα στην απέξω. Εξωφυλαρούχα, που λένε. Μιλάμε για μεγάλη πίκρα. Αλλά ευτυχώς το πήρα γρήγορα απόφαση ότι δεν είμαι εγώ για τέτοια κι έπαψα να τα βάφω μαύρα. Έλα όμως που αυτό το οποίο κατάφερα να αποδεχτώ εγώ, δεν το αποδέχτηκε η μάνα μου ποτέ. Ουδέποτε…
Το ‘χε πάρει προσωπικά. Ήθελε σώνει και καλά να με βάλει ν’ ασχοληθώ με κάποιο σπορ, οποιοδήποτε. Ακόμα και στη ρυθμική γυμναστική πήγε και μ’ έγραψε η βλαμμένη, το φαντάζεστε; Αλλά, ό,τι κι αν έκανε, κάθε φορά γυρνούσα απ’ το μάθημα είτε με στραμπουλισμένο αστράγαλο είτε με ραϊσμένο παΐδι. Ώσπου έπαψε να με τραβολογάει από δω κι από κει τη μέρα που γύρισα σπίτι με συντριπτικό κάταγμα φτερού.
Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι τα παράτησε. Α, όχι, δεν την ξέρετε καλά την κυρα-Αφροδίτη, είναι να μη βάλει κάτι στο μυαλό της. Ή στο μάτι της. Και μια ωραία πρωία, το μάτι της έπεσε τυχαία σ’ αυτό το καταραμένο το τόξο, που της το ’χε χαρίσει στα εξακοσιοστά της γενέθλια η κουνιάδα της η Άρτεμις και που φύλαγε στη γύψινη μεσοτοιχία εδώ και κάτι τέρμινα.
Κι έτσι, λοιπόν, της γεννήθηκε η φαεινή ιδέα… Βάλθηκε, που λέτε, να μου μάθει τοξοβολία. Με δασκάλα την Άρτεμη, φυσικά, ποια άλλη; Και η γκαντεμιά η μεγάλη είναι ότι πήρα άριστα στο πρώτο μάθημα και δεν χρειάστηκε να κάνω άλλα. Η Άρτεμις έστειλε sms στη μάνα μου, διαμηνύοντάς της ότι ο γιόκας της είναι γεννημένος τοξοβόλος. Και δε με πίστεψε όταν της είπα ότι η απίστευτη ευστοχία μου ήταν απλώς θέμα τύχης, ότι ήταν αυτό που λένε η ρέντα του πρωτάρη.
Στην ουσία, βέβαια, δεν ήταν η ρέντα του πρωτάρη. Απλώς, επειδή δεν γούσταρα να μάθω να πετάω βέλη, σημάδευα άλλα αντ’ άλλων. Κι ακριβώς γι’ αυτό το λόγο το ρημάδι το βέλος πήγαινε και καρφωνόταν κατευθείαν στο κέντρο του στόχου.
Ε, από κει κι ύστερα αυτό έγινε η ιστορία της ζωής μου. Το δωδεκαμελές Διοικητικό Συμβούλιο των Θεών, για να τιμήσει το εξαιρετικό -μη χέσω- ταλέντο μου στο άθλημα, αποφάσισε να μου αποδώσει τον τίτλο του Θεού του Έρωτα και της Αγάπης. Και μου ανέθεσε την εξής αέναη αποστολή: να αιωρούμαι πάνω από τους θνητούς, να εντοπίζω τα ταιριαστά ζευγάρια και να τα σημαδεύω με τα θαυματουργά μου, λέει, βέλη. Εντάξει, το πρώτο μέρος της αποστολής μου ήταν παιχνιδάκι. Τα κατάλληλα ταίρια τα εντόπιζα και τα εντοπίζω περίπατο, σιγά το δύσκολο, τι σόι Θεός θα ήμουν εξάλλου αν δεν τα κατάφερνα; Το δύσκολο κομμάτι της αποστολής μου ξεκινάει όταν προσπαθώ να ταιριάξω τα ταίρια. Να τα πετύχω δηλαδή μ’ αυτά τα αναθεματισμένα τα βέλη…
Δεν χρειάζεται, νομίζω, να επεκταθώ περισσότερο επ’ αυτού, το ’χετε πιάσει το νόημα. Εξάλλου, το βλέπετε κάθε μέρα. Το ζείτε: ο κόσμος είναι γεμάτος αταίριαστα ζευγάρια. Και τα διαζύγια κοντεύουν να γίνουν περισσότερα κι απ’ τους γάμους.
Κι όμως. Παρόλα αυτά, παρά τις μυριάδες, τις αμέτρητες αποτυχίες μου, δεν έχω σκοπό να το βάλω κάτω. Άλλωστε, τόσα χρόνια γεμάτα αποτυχίες κι απογοητεύσεις, έχω αρχίσει πια και το παίρνω πατριωτικά. Έχω αρχίσει να πωρώνομαι άσχημα. Και σκοπεύω αυτή τη φορά να ΠΕΤΥΧΩ. Και μάλιστα μόνος μου, εντελώς μόνος, κι όχι επειδή την πιάνει κάπου κάπου το φιλότιμο τη Λάχεση και κατευθύνει τα βέλη μου στους σωστούς στόχους (μην γκουγκλάρετε, ρε, η Λάχεσις είναι Μοίρα, η καλή η Μοίρα -όχι η Καλομοίρα, ρε ζωντόβολα!).
Στην ιστορία που θα διαβάσετε παρακάτω πρωταγωνιστούν οι δύο επόμενοι στόχοι μου. Ένας άντρας και μια γυναίκα. Πάντα ένας άντρας και μια γυναίκα είναι οι στόχοι μου, είναι αυστηρές οι οδηγίες του Δ.Σ., τι νομίζετε, οι Θεοί είμαστε πουριτανοί του κερατά σε ό,τι έχει να κάνει μ’ όλους εσάς τους θνητούς (εμείς, ασφαλώς έχουμε το ελεύθερο να κάνουμε ό,τι όργια γουστάρουμε, καθότι εμείς είμαστε Θεοί, έτσι;). Και μη με ρωτήσετε τώρα «αφού είναι έτσι, ρε φίλε, τότε γιατί οι ομοφυλοφιλικές σχέσεις έχουν αποκτήσει κατακλυσμιαία ανάπτυξη;» Μα τα είπαμε, ρε παιδιά, πάλι τα ίδια θα λέμε; Επειδή είμαι κακός στην τοξοβολία.
Ή μάλλον ήμουν κακός. Αυτή τη φορά, είπαμε, ΘΑ ΠΕΤΥΧΩ. Άσε που στην περίπτωση ειδικά αυτή έχω και ένα επιπλέον κίνητρο: η γυναίκα και ο άντρας, την ιστορία των οποίων θα διαβάσετε παρακάτω, είναι δύο από τις πιο μεγάλες, τις πιο χτυπητές, τις πιο οικτρές μου αποτυχίες. Τους κυνηγάω από καταβολής κόσμου. Σε όλες τις ζωές τους. Και σε όλες έχω φάει άκυρο. Σε όλες, εκτός από μία (αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία).
Οπότε, λοιπόν, πέρα απ’ όλα τ’ άλλα έχω και κάτι να διορθώσω.
Και θα το διορθώσω, μα τον Δία!