- 6 Ιανουαρίου, 2021
Τα Αλμυριώτικα Κάλαντα των Φώτων
“Θα σας τραγουδήσω τα κάλαντα των Φώτων”… ανάρτησε στο διαδίκτυο προ ημερών ο Βίκτωρας Κοντονάτσιος και του ζητήσαμε τη διευκρίνιση ότι είναι τα κάλαντα που κυρίως τραγουδούσαν στον Αλμυρό, αλλά και την άδειά του να τα αναδημοσιεύσουμε. Ακολουθούν λοιπόν τα Κάλαντα Φώτων του Αλμυρού όπως τα διασώζει ο φίλος μας κ. Κοντονάτσιος και η Φιλάρχαιος Εταιρεία Αλμυρού:
ΣΤΗ ΝΟΙΚΟΚΥΡΑ ΤΟΥ ΣΠΙΤΙΟΥ
Κυρά μ΄ ψηλή, κυρά μ’ λιγνή, κυρά μ’ καγκελοφρύδα.
Κυρά μ’ ὅταν στολίζεσαι να πᾶς ταχειά στὰ Φῶτα
Βάζεις τὸν ἤλιο πρόσωπο και τὸ φεγγάρι στήθη
και τὴν ὀχιὰ τὴν παρδαλή πλεξούδα στὰ μαλλιά σου
καὶ τοῦ κοράκου τὸ φτερὸ βάζεις καγκελοφρύδι.
ΣΤΟΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΗ ΤΟΥ ΣΠΙΤΙΟΥ
Ἀφέντη, ἀφεντάκη μου, πέντε φορὲς ἀφέντη
πέντε φορὲς ἀφ’΄εντεψες και πάλι ἀφέντης εἶσαι.
Δὲν σοὔπρεπε, δὲν σούμοιαζε, ἐδῶ σ’αύτὴ τὴ χώρα, μόν’σοὔπρεπε και σοὔμοιαζε στῆς Πόλης τ’ ἀργαστήρια
νᾶ κοσκινίζεις τα φλουριά, νὰ δερμονίζεις τ’ἄσπρα
κι αύτὰ τὰ δερμονίσματα κέρνα τα παληκάρια,
κέρνα τα άφέντη μ’΄, κέρνατα τὰ λασποκοπιασμένα
νὰ πᾶνε στὸ κρσοπουλειὸ νὰ πουν καλὸ γιὰ σένα.
ΣΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΤΗΣ ΠΑΝΤΡΕΙΑΣ
Ἐδῶ εἶν’ἡ νίτσα ἡ ακριβή μὲ τα εννιᾶ κουδούνια,
τρία χρυσά, τρία ἀργυρά, τρία μαλαματένια
τα τριά ἀπ΄τὴν Πόλη ἔρχονται, τὰ τριὰ ἀπ’ τὴ Σαλονίκη
τὰ τριά ἀπ’τὴν Αντριανούπολη συμπεθεριά νά κάνουν
συμπεθεριά και προξενιά κι ἀπὸ καλούς άνθρώπους.
ΣΤΟΝ ΠΡΩΤΟ ΓΙΟ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΝΕΙΑΣ
Τοῦ Ρήγα γιόκας κίνησε νὰ πάει ν’ἀρραβωνιάσει.
Στό δρόμο ὅπου πήγαινε, στή στράτα ποὺ πηγαίνει
βρίσκει παιδιά που παίζανε καὶ ρίχναν το λιθάρι.Ἂνασκουμπώθ’κε ο νιούτσικος νὰ ρίξει το λιθάρι
κι κόπ΄κε η φούντα τέσσερα και τὸ γαϊτάνι πέντε.
Λύτρα βάζει η μάνα του. λύτρα κι άδερφή του,
ποιά εἶν’ἄξια καὶ γρήγορη να πλέξει το γαϊτάνι.
Κι ἡ κόρη ποὺ τὸν ἀγαπά, κι ἡ κόρη ποῦ τὸν θέλει
Ἐγῶ είμ’ἄξια και γρήγορη να πλέξω το γαϊτάνι.
ΣΤΟΝ ΔΕΥΤΕΡΟ ΓΙΟ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ
Ἐδῶ ‘ναι τ’ ἀρχοντόπουλο τοῦ βασιλιά τ’ἐγγόνι
τριγύρω, γύρω κάθεται βασιλικό μαζώνει
βασιλικό καὶ μπάλσαμο, τρία κλβνάρια μόσχο.
Μόσχο δίνει στη μάνα του, μόσχο στην ἀδερφή του,
μόσχο στην άξαδέρφη του, τῆν ἥλιογεννημένη,
ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΤΟΥ ΣΠΙΤΙΟΥ
Κυρά μ’ τὴν θυγατέρα σου, κυρά μ’τὴν ἀκριβή σου
τὴν ἔλουζες, τὴν χτένιζες, στὰ σύννεφα τὴν κρύβεις
τὰ σύννεφα εσπάραξαν κι ἡ κόρη σου ἐφάνη
τὴν εἶδε κόσμος κι ἔφριξε, παπάδες, δεσποτάδες,
τὴν εἶδε κι ἕνας γραμματ’κὸς κι ἔπεσε να πεθάνει.
Σήκω σιά πάνω, Γραμματ΄κέ, γαμπρὸ θὲ νά σέ κάνω,
γαμπρό στὴ θυγατέρα μου, γαμπρό στὴν άκριβή μου
(η φωτογραφία είναι αρχείου)