- 2 Μαΐου, 2018
Δελτίο Θυέλλης – γράφει ο Γιώργος Τσιντσίνης
έκδοση 28-4-2018
Στον Έβρο, σ’ όλα τα νησιά
στοιβάζουν τις λαθραίες τις ζωές.
Είναι αυτό που λέμ’ αδιάφορα
… «προσφυγικές ροές».
Κάθε άλλο παρά …μασάει τα λόγια του ο Ερντογάν, στη συχνή ρητορική του κατά του Ελληνισμού, τονίζοντας ότι «από την Κύπρο στο Αιγαίο, από τη Μαύρη Θάλασσα μέχρι τη Θράκη και παντού θα υλοποιήσουμε τις κατάλληλες πολιτικές, για τα συμφέροντα της χώρας μας και του λαού μας». Το σκληρό χαρτί της αδιαλλαξίας για τους δύο Έλληνες στρατιωτικούς, από τη μια, αλλά και την ακραία ρητορική, χωρίς περαιτέρω πολεμικές ενέργειες, από την άλλη, φαίνεται ότι θα παίξει μέχρι τις Τουρκικές εκλογές ο Ερντογάν. Όλες οι εκτιμήσεις που κάνουν διεθνολόγοι και πολιτικοί αναλυτές συγκλίνουν στην άποψη ότι το επόμενο δίμηνο θα είναι πολύ δύσκολο για την Ελλάδα, όμως, δεν θα υπάρξουν επικίνδυνες φάσεις. Ουσιαστικά τονίζουν ότι δύσκολα η τουρκική κυβέρνηση θα ρισκάρει ένα «θερμό» επεισόδιο στο Αιγαίο, διότι δεν γνωρίζει που θα καταλήξει ένα τέτοιο περιστατικό. Ο Ταγίπ Ερντογάν αυτό που θέλει είναι στις 24 Ιουνίου να πετύχει μια «καθαρή» εκλογική νίκη, που θα τον καταστήσει κυρίαρχο και με άνεση να σχεδιάσει τη συνταγματική αναθεώρηση. Και θα λειτουργεί σε σχέση με την Ελλάδα και την Κύπρο «τόσο… όσο». Δηλαδή θα κινείται σε τεντωμένο σκοινί, αλλά δεν θα κάνει πράξεις που θα σπάσουν αυτό το σκοινί, γράφουν οι πολιτικοί αναλυτές.
Μέχρι τον Ιούλιο, επομένως, ίσως δεν κινδυνεύει η ειρήνη στην περιοχή μας και τα ….μπάνια μας. Ούτε κινδυνεύει μάλλον ο …καναπές και οι φραπεδιές μας.
Διπλωματικά παιχνίδια με φόντο τις ροές προσφύγων αποκαλύπτει η «Καθημερινή», αλλά και άλλες έγκριτες εφημερίδες και ιστότοποι, επισημαίνοντας ειδικότερα, ότι ο Ερντογάν που διατηρεί άριστες σχέσεις με τη Σόφια, έχει αυξήσει τα μέτρα ασφαλείας στα σύνορα με τη Βουλγαρία, με αυστηρότατους ελέγχους, σε βάθος 30 χλμ. από τη συνοριογραμμή, έτσι ώστε να μην μπορούν οι ροές να προσεγγίσουν τη βουλγαρική μεθόριο. Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει όμως στη μεθόριο με την Ελλάδα, που από το Έβρο και τα νησιά περνούν πολλοί περισσότεροι καθημερινά, τον τελευταίο καιρό.
Αξίζει να διαβάσουμε στα παιδιά μας και να διδαχτούμε όλοι οι Έλληνες από την ηρωική νίκη του μαραθωνοδρόμου Κυριακίδη, τέτοιες μέρες πριν από 72 χρόνια: Στις 20 Απριλίου του 1946 λοιπόν, ο Ελληνοκύπριος Στέλιος Κυριακίδης στεφόταν νικητής στον εμβληματικό Μαραθώνιο της Βοστόνης, ως ο πρώτος μη Αμερικανός νικητής. Ο αγώνας του, παρά τη δυσκολία του, δεν είχε ως μόνο αντίπαλο τον χρόνο. Ήταν η υπερπροσπάθεια ενός αθλητή που πάσχιζε τρέχοντας –με τον τρόπο που ο ίδιος γνώριζε, δηλαδή– να ρίξει φως στην περίπτωση της μεταπολεμικής Ελλάδας και στις ανάγκες της, να κάνει γνωστό τον υποσιτισμό των Ελλήνων. Ο ΣΕΓΑΣ αδυνατούσε να στείλει βεβαίωση – πιστοποίηση ερασιτέχνη αθλητή. Ούτε βίζα μπορούσε να βγάλει καθώς ήταν προνόμιο μόνο Αμερικανών υπηκόων, αλλά με την βοήθεια του πρόξενου, τον οποίο γνώριζε, την απέκτησε. Παρόλα αυτά το ταξίδι με το πλοίο θα του στερούσε απαραίτητες προπονήσεις ή ακόμη και τη συμμετοχή του στον αγώνα, ενώ το αεροπορικό εισιτήριο για Παρίσι κόστιζε 575 δολάρια, με τον ίδιο να δηλώνει: «Όταν άκουσα το ποσόν, τρελάθηκα. Εκείνη την ημέρα θα πήγα 30 φορές πάνω – κάτω την οδό Σταδίου». Μετά από αντιρρήσεις της συζύγου του, πούλησε την ηλεκτρική κουζίνα και το ραδιόφωνό τους, ενώ κατάφερε να λάβει και από τη Δ.Ε.Η., όπου δούλευε, επιταγή 1.000 δολαρίων (από την ταραχή του ξέχασε να ευχαριστήσει). Όταν η τράπεζα αρνήθηκε να του δώσει συνάλλαγμα, είπε αγανακτισμένος στον διευθυντή: «Τρέχω για την Ελλάδα από το 1933. αγωνίζομαι για τη γαλανόλευκη. δεν είμαι κανένας τυχοδιώκτης». Τελικά, στις 4 Απριλίου 1946 επιβιβάστηκε για πρώτη φορά σε αεροπλάνο, πετώντας για Αμερική. Εκείνο το πρωί ήταν κατάκοπος και υποσιτισμένος, τόσο που ο γιατρός που εξέταζε τους αθλητές πριν την διοργάνωση δεν ενέκρινε τη συμμετοχή του, μιλώντας ακόμα και για κίνδυνο για τη ζωή του. Μα ήταν αποφασισμένος και ο σκοπός του υπερέβαινε τις δυσκολίες. Υπέγραψε ο ίδιος, ότι παίρνει την ευθύνη και στις 12 το μεσημέρι στάθηκε στην αφετηρία. Δύο ώρες και 29 λεπτά αργότερα έκοβε πρώτος το νήμα, φωνάζοντας «Για την Ελλάδα». Με τη νίκη του έκανε γνωστό στον αμερικανικό λαό το πρόβλημα υποσιτισμού στην Ελλάδα και κινητοποίησε Αμερικάνους και ομογενείς για να συγκεντρώσουν τεράστιες ποσότητες τροφίμων και ρουχισμού που βοήθησαν την καθημαγμένη χώρα. Τα ρεπορτάζ της εποχής λένε πως όταν τα μεγάλα μέσα της πόλης ρώτησαν τον Johnny Kelley, τον Αμερικάνο πρωταθλητή και φαβορί του αγώνα για την ήττα του, εκείνος απάντησε: «Πώς μπορείς να νικήσεις αυτόν τον άνθρωπο; Εγώ έτρεχα για τον εαυτό μου κι αυτός για έναν ολόκληρο λαό».
Ο Στέλιος Κυριακίδης, μετά τον αγώνα έμεινε για περίπου ένα μήνα στην Αμερική, αποσκοπώντας στην συγκέντρωση βοήθειας για την Ελλάδα, καθώς η νίκη του είχε προκαλέσει την συμπάθεια σε Αμερικανούς και κυρίως σε Έλληνες ομογενείς. Τελικά το ποσό που κατάφερε να συγκεντρώσει έφθασε τα 250.000 δολάρια, ενώ η οικογένεια Λιβανού έστειλε δύο πλοία με είδη πρώτης ανάγκης (τρόφιμα, ρούχα και φάρμακα). Η βοήθεια αυτή ονομάστηκε «Πακέτο Κυριακίδη». Τον Μάιο του 1947, ως απόρροια της δημοσιότητας που είχε δοθεί στην κατάσταση της Ελλάδας, λόγω του Μαραθωνίου της Βοστώνης, τέθηκε σε εφαρμογή εσπευσμένη οικονομική βοήθεια από την Αμερική (400.000 δολάρια), πριν το Σχέδιο Μάρσαλ. Στις 23 Μαΐου 1946, ο Κυριακίδης επέστρεψε στην Ελλάδα, όπου περίπου ένα εκατομμύριο Έλληνες τον υποδέχθηκαν με τιμές ήρωα. Έπειτα, πραγματοποιήθηκε επίσημη τελετή στους Στύλους του Ολυμπίου Διός, όπου ο λόγος του δακρυσμένου Κυριακίδη (δήλωνε: «Είμαι υπερήφανος που είμαι Έλλην») συγκίνησε το πλήθος. Η επιστροφή στο σπίτι του στην Φιλοθέη κράτησε 8 ώρες. Για πρώτη φορά μετά την Κατοχή, φωταγωγήθηκε η Ακρόπολη προς τιμήν του.
Σαν μια παλιά αγάπη που ξαφνικά ξαναγεννιέται κι ανθίζει έγινε -μέσα σε μια στιγμή- το Ελληνικό ποδόσφαιρο, με το γκολ του Λάζαρου Χριστοδουλόπουλου στο 94’ που έδωσε την πρόκριση στην ΑΕΚ με 1-0 σε βάρος της ΑΕΛ, για τον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδος. Ήταν μια ονειρική φάση, μια φανταστική και σπάνια εκτέλεση, που υποθέτω ότι τη χάρηκαν όλοι οι Έλληνες φίλαθλοι, οι ταλαιπωρημένοι από τις παλινωδίες και τα κωμικοτραγικά αίσχη πολλών παραγόντων του ποδοσφαίρου μας. Το γκολ πανηγυρίστηκε περισσότερο και από την κατάκτηση του πρωταθλήματος από την ΑΕΚ, που ήρθε λίγες μέρες μετά. Σ’ ευχαριστούμε, αειθαλή Λάζαρε…
Όλα τα παραπάνω, ωστόσο, πρέπει να επαληθευτούν στον τελικό του Κυπέλλου της 12ης Μαΐου στο ΟΑΚΑ, ανάμεσα στην ΑΕΚ και στον ΠΑΟΚ. Όλοι τους, διοικήσεις των δυο ομάδων, ποδοσφαιριστές, διαιτητές και φίλαθλοι πρέπει έμπρακτα να αποδείξουν ότι οι Έλληνες αξίζουν ένα καλύτερο ποδόσφαιρο, ανεξάρτητα από τον νικητή και τον ηττημένο.
Και (για να μπαίνουμε σιγά – σιγά στους ρυθμούς του φετινού μουντιάλ …χωρίς τη συμμετοχή της Ελλάδας) να τονίσουμε την παγκόσμια υπόκλιση στον Κώστα Μανωλά από 13 ξένους δημοσιογράφους στο gazzetta.gr! Από την Αργεντινή και την Ιταλία, μέχρι τα Αραβικά Εμιράτα και το Ιράν, άπαντες εξυμνούν τον διεθνή στόπερ συμφωνώντας πως είναι έτοιμος για μεταγραφή που θα προκαλέσει πάταγο! Ο Έλληνας με την υψηλότερη χρηματιστηριακή αξία είδε μέσα σε οχτώ χρόνια τους κόπους του να ανταμείβονται και τις μετοχές του να εκτοξεύονται, από τις 100.000 ευρώ στον Θρασύβουλο Φυλής, στα 36 εκατ. ευρώ στη Ρόμα. Έξω δηλαδή, όπως συχνά γίνεται, πάμε …καλά.
Στις 23 Απριλίου, του Αγίου Γεωργίου (ευχαριστώ θερμά για τις ευχές σας) δεν γιόρταζαν μόνο οι Γιώργηδες. Την ίδια μέρα, ήταν η Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου (για όσους και όσες ενδεχομένως το …ξέχασαν).
Υπάρχουν άνθρωποι που αγωνίζονται για μια μέρα και είναι καλοί. Υπάρχουν άνθρωποι που αγωνίζονται για ένα χρόνο και είναι καλύτεροι. Υπάρχουν κι άλλοι που αγωνίζονται για πολλά χρόνια και είναι ακόμη πιο καλοί. Μα, υπάρχουν κι αυτοί που αγωνίζονται όλη τους τη ζωή. Αυτοί είναι οι απαραίτητοι… (Μπέρτολτ Μπρεχτ).
Από μια γενιά που δεν φλερτάρει, μην περιμένεις επανάσταση.
«Μεγαλώνοντας θα μάθεις ότι είναι πιο σημαντικό να αγαπάς, από το να σε αγαπάνε. Γιατί όταν σε αγαπάνε γεμίζεις απλώς τον εγωισμό σου, ενώ όταν αγαπάς εσύ, γεμίζεις ολόκληρος». (Κωνσταντίνος Καραμανλής)
«Ονειρέψου σαν παιδί, ζήσε σαν τρελός, αγάπα σαν άνθρωπος, μικρός ο κόσμος κι εμείς περαστικοί.» (Θανάσης Βέγγος).