- 18 Αυγούστου, 2016
ΔΕΛΤΙΟ ΘΥΕΛΛΗΣ – γράφει ο Γιώργος Τσιντσίνης – έκδοση 13-8-2016
«Ο ισχυρός συμβολισμός της εικόνας», έγραψε ο Χάρυ Κλυνν. «Αριστερά οι μιζαδόροι, δεξιά οι ξεπλυματίες και η Ελλάδα για πρώτη φορά από πάνω. Μέχρι σήμερα ήταν το χαλάκι για να το πατάνε… ΕΥΓΕ, ΚΟΡΑΚΑΚΗ!». Καλές οι πολιτικές προεκτάσεις, αλλά και ο αθλητισμός πρέπει να παραμείνει σκέτος αθλητισμός…
Του πιστολιού σου οι βολές
σήκωσαν την Ελλάδα.
Αννούλα μας, καρδούλα μας,
καμάρι και λαμπάδα.
Ένας 19χρονο κορίτσι από τη Δράμα, κόρη αστυνομικού, η Άννα Κορακάκη, που προπονιόταν μόνη κι αβοήθητη, σε …νταμάρια, ανέβηκε στο υψηλότερο βάθρο του κόσμου, κατέκτησε δυο Ολυμπιακά μετάλλια στο Ρίο και «έβαλε γυαλιά» στη διαχρονική πολιτική εξουσία της καταστροφής, που -ενώ ποτέ δεν προσφέρει όσα θα έπρεπε στους αθλητές μας- σπεύδει κατόπιν πάντοτε να εκμεταλλευτεί επικοινωνιακά τους αθλητικούς θριάμβους. Κυρίως, όμως, η σεμνή Άννα έστειλε ηχηρό μήνυμα στα Ελληνικά νιάτα, προτρέποντάς τα να ασχοληθούν με τον αθλητισμό (και όχι τον πρωταθλητισμό). Η διπλή αυτή επιτυχία (δυο μετάλλια από την ίδια) ήταν ικανή να ξεσηκώσει πάλι όλη την Ελλάδα, από άκρη σ’ άκρη, αλλά και τον πείσμονα απόδημο Ελληνισμό, απανταχού του πλανήτη. Στο πρόσωπο της Άννας είδαμε την ελπίδα να οδηγεί την πολλά υποσχόμενη «σκυταλοδρομία» εκείνη, που θα ξαναφέρει το Φως στην Πατρίδα μας, με χρυσούς σκυταλοδρόμους τα ίδια παιδιά μας, τη νέα γενιά. Όπως κι αν το δει κανείς, ο αθλητικός θρίαμβος της Άννας σήκωσε ψηλά -έστω για λίγες ώρες- την καθημαγμένη και προδομένη σημερινή Ελλάδα.
Και ένα προσωπικό παρασκήνιο, γύρω από το χρυσό Ολυμπιακό μετάλλιο της Κορακάκη… Πριν αρχίσει καν η αναμέτρηση του τελικού, λίγο πριν τις 11 το βράδυ της Τρίτης, ανάμεσα στην Άννα και τη Γερμανίδα, την οποία παρακολουθούσα σε ζωντανή μετάδοση από την ΕΡΤ, χωρίς να περιμένω καν την έκβαση της μάχης (αν τελικά θα κερδίζαμε το αργυρό ή το χρυσό), σκέφτηκα να προετοιμάσω το σχετικό ρεπορτάζ και μια φωτογραφία της πρωταθλήτριας, για να είναι ήδη έτοιμα προς ανάρτηση και πληροφόρηση των αναγνωστών, στο e-almyros.gr, μόλις κατακτηθεί το …χρυσό. Έγραψα λοιπόν στο πρόχειρο της ιστοσελίδας τον τίτλο: «Τρέλα!!! Και δεύτερο ΧΡΥΣΟ Ολυμπιακό μετάλλιο για την Κορακάκη» και συνέχισα να γράφω -εκ των προτέρων- το σχετικό κείμενο. Είχα την προαίσθηση, ότι εκεί που έφτασε το ταλαντούχο κορίτσι από τη Δράμα, δεν θα έχανε την πρωτιά. Η αλήθεια είναι βέβαια, ότι όταν το αρχικό 6-0 υπέρ της άρχισε να μειώνεται σε 6-2, 6-4 και ισοφαρίστηκε τελικά από τη διαρκή αντεπίθεση της Γερμανίδας, για μια στιγμή κλονίστηκα. Βλέποντας όμως πάλι στη μικρή οθόνη το αποφασιστικό βλέμμα του κοριτσιού μας, ξαναζωντάνεψα και είπα μέσα μου: «Μπα, ο Θεός είναι Έλληνας και δεν θα αποστρέψει το πρόσωπό Του. Δεν θα χάσουμε το χρυσό απόψε». Έτσι, όταν η Άννα όντως πήρε στο τελευταίο σετ τον ένα βαθμό που της έλλειπε, η …έτοιμη είδηση αναρτήθηκε αστραπιαία στο e-almyros.gr μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα, διεκδικώντας ίσως πανελλήνιο (ή και παγκόσμιο;) ρεκόρ ταχύτητας. «Σιγά τα ωά», θα μου πείτε… «Δημοσιογραφικοί παλιμπαιδισμοί και ασκήσεις …ετοιμότητας», θα σας απαντήσω… Και -παραπλεύρως- μεγάλη προσωπική μου πίστη στα χρυσά νιάτα της Πατρίδας μας.
«Θέλω να πω ένα παράπονο και δικό μου, αλλά θεωρώ και όλων των παιδιών που ασχολούνται με αυτά τα αθλήματα», δήλωσε η μητέρα της Άννας Κορακάκη. «Σας είπα, η Άννα έχει απίστευτες διακρίσεις τα τελευταία χρόνια. Κάθε φορά λοιπόν «κρεμόμασταν» στα δελτία ειδήσεων, να ακούσουμε μια απλή αναφορά, τίποτε παραπάνω, μια απλή αναφορά. Τίποτε, ούτε αυτό, ούτε μια αναφορά, μόνο για το ποδόσφαιρο ακούμε…». Ορισμένα πράγματα, για να βελτιωθούν σε αυτή την έρμη τη χώρα, δεν θέλουν χρήματα και βαλάντια, αλλά είναι θέμα αντίληψης, κουλτούρας και γενικότερης παιδείας.
Η μετεξέλιξη της δημοσιογραφίας και η άρρηκτη -πλέον- σύνδεσή της με το διαδίκτυο και μοιραία με τους ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης, μου επιβάλλει να αφιερώνω πολλές ώρες στο ίντερνετ. Παρατηρώ λοιπόν να ξεδιπλώνονται διαρκώς στην οθόνη μου δυο διαφορετικοί κόσμοι στις καθημερινές αναρτήσεις των συμπατριωτών μου. Από τη μια μεριά, όλα τα στραβά και προδοτικά που συμβαίνουν στη χώρα μας, η υποδούλωσή της, η φτώχεια της, οι προδότες της, το ξεπούλημα της, οι πλειστηριασμοί στα σπίτια των πολιτών, τα σκάνδαλα και οι μίζες, οι πεινασμένοι, οι μετανάστες, οι αυτόχειρες που δεν άντεξαν την πίεση και τη ντροπή. Και, από την άλλη, όλα αυτά τα ωραία που αναρτούν οι χρήστες, σαν να μην τρέχει τίποτα, με πολύβουες παραλίες, γιαλαντζί διακοπές, πανηγυράκια, ντουμ χαρές και ντουμ χαρούδια, φωτο σέφλις με μπικίνια και …κυτταρίτιδες, φωτο από τσιμπούσια, ποτάκια και λιχουδιές, ενσταντανέ της προσωπικής τους ζωής, που -σε τελική ανάλυση- κανέναν δεν ενδιαφέρουν. Αναρωτιέμαι: Ποιος, από τους δυο αντίθετους κόσμους που συγκρούονται, είναι η εικονική πραγματικότητα; Ποιος η φρεναπάτη;
Κάποτε μονοπωλούσαν όλη την κοινωνική ζωή της περιοχής μας, ελλείψει και άλλης διεξόδου (π.χ. θέατρο, σινεμά, άλλες εκδηλώσεις) στην ψυχαγωγία και στη διασκέδαση. Ο λόγος για τις καφετέριες, τα μπαράκια, ψησταριές, ταβέρνες, τσιπουράδικα, που -ειδικότερα τα Σαββατοκύριακα και τους καλοκαιρινούς μήνες- «βογκούσαν» από κόσμο – πελάτες. Τώρα, οι ιδιοκτήτες τους και το προσωπικό έρχονται πρώτοι να πληρώσουν τα παρεπόμενα της οικονομικής κρίσης, καθώς ψάχνουν τον πελάτη με το …ντουφέκι. Είναι χαρακτηριστικό, ότι ειδικότερα όσοι είναι εργένηδες και υποχρεώνονται να βγουν για φαγητό κάθε μεσημέρι και βράδυ, διαπιστώνουν με πικρία, ότι συχνά είναι οι μοναδικοί πελάτες του μαγαζιού, που κάποτε έσφυζε από κόσμο και γεμάτα τραπέζια. Και πώς να ζητήσεις ποικιλία εδεσμάτων, έξτρα περιποίηση, φρέσκα προϊόντα κτλ. από ένα κατάστημα εστίασης, που τις περισσότερες μέρες το βλέπεις άδειο ή με μια – δυο παρέες το πολύ; Την κλιμακούμενη οικονομική καταστροφή των μελών του διεκτραγωδεί και καταγγέλλει ο Σύλλογός τους, σε επιστολή διαμαρτυρίας του, που -ανάμεσα σε άλλα- αναφέρει: «Εκπροσωπώντας τους καταστηματάρχες εστίασης της επαρχίας Αλμυρού, είμαστε υποχρεωμένοι με τη σημερινή ανακοίνωση να διαμαρτυρηθούμε έντονα προς κάθε κατεύθυνση, διότι πλέον αντιμετωπίζουμε την απειλή της οικονομικής καταστροφής. Ο συνδυασμός υπερφορολόγησης, εκτίναξης των ασφαλίστρων, ιδιαίτερα στις παροχές κάτω των 2000 κατοίκων και το ανελέητο κυνηγητό που δέχονται οι επιχειρήσεις μας, από το σύνολο των Υπηρεσιών, σκοτώνουν κάθε ελπίδα επιβίωσης», καταγγέλλουν. Και είναι αληθές, ότι στην παρατεταμένη χρονικά αναδουλειά τους έρχονται να προστεθούν όλα τα παραπάνω, αλλά και το απηνές κυνήγι των Υπηρεσιών ελέγχου (επιθεώρηση εργασίας, εφορία, αγορανομία κτλ.), που τους φορτώνει με τσουχτερά πρόστιμα, ακόμη κι αν διαπιστώσουν ….ψύλλου πήδημα. Αν συνεχιστεί για λίγο ακόμη αυτή η τραγική κατάσταση (κάτι σχεδόν βέβαιο, όπως εξελίσσονται τα πράγματα στην Ελληνική οικονομία) η μια μετά την άλλη οι επιχειρήσεις του είδους θα βάλλουν αναγκαστικό «λουκέτο», παραδίδοντας τα κλειδιά στους διώκτες τους. Εκατοντάδες οικογένειες θα χάσουν το λίγο εισόδημά τους και θα βρεθούν στο δρόμο, το πανάκριβο κεφάλαιο που απαιτήθηκε για το στήσιμο αυτών των επιχειρήσεων θα εξανεμιστεί και ο πληθυσμός της περιοχής θα χάσει αυτήν την ελάχιστη διέξοδο που είχε στη διασκέδαση και στην ψυχαγωγία. Ποιος από τους κρατούντες νοιάζεται; θα μου πείτε. Ίσως κανείς, αφού μας βλέπουν όλους σαν φορολογούμενα υποζύγια και τίποτε περισσότερο.
Με πληγώνει κάπως -όσο να πεις- που διαβάζω διαμαρτυρίες ντόπιων φίλων στο διαδίκτυο, για το γεγονός ότι στο Βολιώτικο Τύπο δεν γράφηκε ούτε ένα δίστηλο, για το πρόσφατο φεστιβάλ της νεολαίας στο Κουρί, που συγκέντρωσε δεκάδες χιλιάδες νέων. Με αφορμή αυτό το γεγονός, επισημαίνουν επίσης και τη γενικότερη απαξίωση της περιοχής μας, από την υπόλοιπη Μαγνησία και ειδικότερα από τους πολιτικούς παράγοντες του Βόλου και της Περιφέρειας Θεσσαλίας, που έχουν μόνιμα στραμμένο το βλέμμα τους προς το Πήλιο και τις Βόρειες Σποράδες, «αφαιρώντας» ακόμη και από τους τουριστικούς χάρτες όλη τη Νοτιοδυτική Μαγνησία. Και τι με πληγώνει; Ότι γι’ αυτή τη …ρημάδα την εφημερίδα, που δίνει επί 18 χρόνια τις δικές της μάχης (συχνά μόνη εναντίον όλων), προσπαθώντας όσο μπορεί να αναδείξει τον τόπο μας και τους ανθρώπους του, τις δράσεις, τις επιτυχίες και τα προβλήματά μας, δεν βρέθηκε ούτε ένας, ούτε μία να πει μια καλή κουβέντα, να πει ένα «ευτυχώς που έχουμε και την τοπική εφημερίδα και την ιστοσελίδα της». Ευτυχώς που -μέσω αυτής- φτάνουν κάποια ρεπορτάζ να αναδημοσιεύονται ακόμη και σε Αθηναϊκές εφημερίδες ή κάποια βιντεάκια να αναμεταδίδονται σε τηλεοπτικούς σταθμούς πανελλήνιας εμβέλειας. Ούτε μια λέξη… Τουλάχιστον για τους κόπους που κάνει το «νέο αίμα» του «Λαού», να τρέχει κάθε βράδυ τσάμπα στα κατσάβραχα, για να καλύψει δράσεις και εκδηλώσεις φορέων και συλλόγων, χωρίς ένα ευρώ κέρδος (αντίθετα σε κάποιες περιπτώσεις μας ζητάνε και πληρώνουμε και εισιτήριο εισόδου), χωρίς ένα «ευχαριστώ». Όμως, είναι συχνή η αρνητική κριτική, κάθε φορά που γράφουμε κάτι που δεν είναι της αρεσκείας ορισμένων ή δεν βολεύει τους μεγαλοϊδεατισμούς και τα μικροσυμφέροντά τους. Είναι πολλά χρόνια προσφοράς τα 18… Ναι… Ήταν και είναι και προσφορά, όχι μόνο μεροκάματο. Δεν ξεχνώ βέβαια ότι πρωτίστως η Νοτιοδυτική Μαγνησία στήριξε και στηρίζει αυτή την εφημερίδα από την αρχή και στη συνέχειά της… Αλλά δικαιούμαι να εκφράσω κι εγώ το παράπονό μου, τουλάχιστον έναντι κάποιων, που καμώνονται πως δεν βλέπουν τι γίνεται και δεν χρωστάνε ποτέ -τάχα- μια καλή κουβέντα εκεί που πρέπει.
Ανάμεσα σ’ αυτούς που οικτίρουν την αποξένωση της περιοχής μας διάβασα και τον καταγγελτικό λόγο γνωστού Αγχιαλίτη παράγοντα και σκέφτηκα πόσο περισσεύει η υποκρισία. Όταν προμαχούσε για να ενωθεί η Νέα Αγχίαλος με τον Δήμο Βόλου (λόγω Καλλικράτη), του τηλεφώνησα προσωπικά τότε, προσπαθώντας να τον πείσω, ότι το πραγματικό συμφέρον της πόλης του είναι να ενωθεί με τον Αλμυρό και όχι με τον Βόλο. Τώρα γιατί μουντζοκλαίει, ειδικότερα όταν οι σχέσεις του είναι στενότατες με την παράταξη Μπέου, όπως αποδείχτηκε;
Κόντρα σε όλα και στη μίζερη λογική των καιρών το θρυλικό Αλμυριώτικο παζάρι θα είναι πάλι πλήρες, αφού όλα τα παραπήγματα και οι ανοιχτοί χώροι οδεύουν προς πληρότητα, μέρα με τη μέρα, μέχρι το 10ήμερο που μας χωρίζει από την έναρξή του. Το δίλημμα που παραμένει είναι πόσο «σφιχτοί» στις παζαριώτικες δαπάνες τους θα είναι οι χιλιάδες επισκέπτες -οι καταναλωτές- που θα συρρεύσουν από κάθε γωνιά της Κεντρικής Ελλάδας, τουλάχιστον. Ωστόσο ήδη τρίβουν τα χέρια τους, από ικανοποίηση για τα έσοδα, όλοι εκεί στο Δήμο, αλλά και οι ντόπιοι ρέκτες του παζαριού, οι οποίοι -εδώ και πολλές δεκαετίες- επιλέγουν το χώρο της εμποροπανήγυρης, ως τόπο συνάντησης και χώρο συναναστροφής, επικοινωνίας και διασκέδασης. Το δυσμενές που παραμένει (αλλά κανείς ντόπιος δεν δείχνει να «καίγεται») είναι η πολλαπλή ζημιά που υφίσταται η τοπική αγορά, τα ντόπια καταστήματα, που χάνουν περιστασιακά τζίρους και πελάτες. Σ’ αυτό το ευαίσθητο θέμα, όμως, ίσως έχουν διαχρονικά τις δικές τους ευθύνες και οι ντόπιοι έμποροι, που δεν μετέχουν στο παζάρι ως ενοικιαστές και εκθέτες και αφήνουν ανεξέλεγκτη -γενικώς- την αιμορραγία σε βάρος τους.
Είμαστε σε πόλεμο με τη Φύση. Αν κερδίσουμε, χαθήκαμε.
Εύχομαι σε όλους και όλες «Καλή Παναγιά» και να προσέχετε τις υπερβολές, όπου κι αν πάτε, όπως κι αν διασκεδάσετε.