- 9 Οκτωβρίου, 2013
Γιώργου Τσιντσίνη: Η λαμογιά με τα …στυλά
Ποινική δίωξη σε βαθμό κακουργήματος, με την κατηγορία της απόπειρας εκβίασης και της παράνομης οπλοκατοχής (ολόκληρο οπλοστάσιο είχε στο σπίτι του), άσκησε ο εισαγγελέας στον συνδικαλιστή του Νοσοκομείου «Σωτηρία», ο οποίος κατηγορείται ότι ζήτησε και πήρε 50.000 ευρώ (βρέθηκαν πάνω του προσημειωμένα), προκειμένου να φροντίσει να σταματήσουν οι κινητοποιήσεις στο εν λόγω Νοσοκομείο, που -όπως σχολιάζουν οι χιουμορίστες- μετά το περιστατικό, μετονομάστηκε ήδη σε «Καμιά Σωτηρία».
Όταν αποκαλύπτονται τέτοια φαινόμενα, όπως π.χ. πρόσφατα και ο πακτωλός των επιδοτήσεων και προνομίων, ταξιδιών κτλ. για τους συνδικαλισταράδες της ΔΕΗ, δεν είναι να απορεί κανείς για τον απόλυτο σχεδόν εκφυλισμό του συνδικαλιστικού μας κινήματος.
Η σκόπιμη κομματικοποίησή του εξέθρεψε «επαγγελματίες» συνδικαλιστές, που «μπάζωναν» -κατά προτεραιότητα και …φανατικά- τις τσέπες τους, μετερχόμενοι ακόμη και μεθόδους μαφίας, με τις ευλογίες των εκάστοτε κυβερνώντων και πάντοτε εις υγείαν των υπόλοιπων κορόιδων.
Τέτοιες περιπτώσεις, του συνδικαλισμού δηλαδή για την πάρτη μας και το προσωπικό μας βόλεμα, είχαμε και στον Αλμυρό του πρόσφατου παρελθόντος. Λίγοι έμειναν αγνοί, να παλεύουν ως το τέλος για τα συμφέροντα των συναδέλφων τους, να επιλύσουν συντεχνιακά τους προβλήματα και να προωθούν ανάλογες διεκδικήσεις.
Θυμάμαι τον αείμνηστο και συνονόματο συνδικαλιστή παππού μου, που μου έλεγε συχνά και αυτάρεσκα, με στόμφο: «Βρε, συνδικαλιστής σημαίνει ανθρωπιστής». Και μου ‘ρχεται να γελάσω, όταν βλέπω τις τωρινές λαμογιές των επιγενόμενων.
Φανταστείτε, όταν ως μαθητής έχανα το απλό στυλό που έγραφα, πήγαινα κι άρπαζα το δικό του, από τη μέσα τσέπη του κουστουμιού του. Τότε ο κυρ-πρόεδρος εξοργιζόταν, γιατί «δεν μπορούσε και δεν επιτρεπόταν να επιβαρύνει με τα …στυλά, το Σωματείο του», το Σωματείο των Συνταξιούχων Καπνεργατών, που στην εποχή του (δεκαετία του ’60) αριθμούσε χιλιάδες μέλη.
Τότε βέβαια, δεν υπήρχαν καν διαδηλώσεις και μάλιστα υποκινούμενες από κομματικές σκοπιμότητες. Η διεκδίκηση ήταν πιο άμεση και συχνά πιο αποτελεσματική, όσο και γουστόζικη.
Για παράδειγμα, μόλις ο θηριώδης μπαρμπα-Γιώργης πατούσε το πόδι του στα γραφεία του ΙΚΑ (τότε στην οδό Ιωλκού, στο Βόλο), συνοδευόμενος από κάποια καπνεργάτρια, από το πλατύσκαλο έβαζε τις αγριοφωνάρες του (μάλλον επίτηδες) στο στυλ:
-Πού είναι, βρε, αυτός ο παλιοπεζεβέγκης ο Διευθυντής, που τόσους μήνες καθυστερεί να βγάλει τη σύνταξη της φτωχής γυναίκας; Πού είναι, που να τον πάρει και να τον σηκώσει, να του τρανσάρω μία και να «γράψει» δέκα «κάσα»;
Και ο Διευθυντής κατέβαινε περιδεής τα σκαλιά, να τον …προϋπαντήσει, να τον παρακαλέσει να μη φωνάζει έτσι και να του υποσχεθεί ότι το ζήτημα θα λυθεί αμέσως.