- 15 Μαΐου, 2013
Η ανομβρία και το υψηλό κόστος παραγωγής- Παρέμβαση του Θανάση Σαρρή για τα σιτηρά και το βαμβάκι
Επιστολή προς τις αρμόδιες Αγροτικές Υπηρεσίες της Περιφέρειας Θεσσαλίας, της Περιφερειακής Ενότητας Μαγνησίας και Βορείων Σποράδων, καθώς και το Περιφερειακό Υποκατάστημα ΕΛΓΑ Λάρισας, απέστειλε την περασμένη εβδομάδα ο Αντιδήμαρχος Αγροτικής Ανάπτυξης Θανάσης Σαρρής με θέμα «Διαπιστώσεις που αφορούν την καλλιέργεια σιτηρών και βαμβακιού» στην περιοχή του Αλμυρού.
Στην επιστολή μεταξύ άλλων αναφέρονται οι δυσμενείς επιπτώσεις για την περιοχή μας από την παρατεταμένη ανομβρία των τελευταίων δύο μηνών, καθώς στη συνεχώς μειούμενη έκταση που καλλιεργείται βαμβάκι στην περιοχή, λόγω του υψηλού κόστους που πρέπει να αντιμετωπίσει ο παραγωγός.
Όπως αναφέρεται σχετικά στην επιστολή, η οποία μας κοινοποιήθηκε:
«Με την παρούσα θα θέλαμε να σας μεταφέρουμε τον προβληματισμό του αγροτικού κόσμου της περιοχής ευθύνης μας σχετικά με τις καλλιέργειες σιτηρών και βαμβακιού. Συγκεκριμένα:
Α) Σιτηρά: Η παρατεταμένη ξηρασία εδώ και 45 μέρες σε μια χρονική περίοδο που είναι η πιο κρίσιμη για την καλλιέργεια των σιτηρών, έχει φέρει σε απόγνωση τους παραγωγούς οι οποίοι βλέπουν την σοδειά τους για μια ακόμα χρονιά να χάνεται. Η κτηματική περιφέρεια του Δήμου Αλμυρού αποτελεί την πλέον σημαντική από παραγωγικής απόψεως περιοχή του Νομού όσον αφορά τα σιτηρά με καλλιεργούμενες εκτάσεις χιλιάδων στρεμμάτων. Η παρατεταμένη ανομβρία έχει ως συνέπεια την συντόμευση του βιολογικού κύκλου των σιτηρών με αποτέλεσμα την ξήρανσή τους πριν την ωρίμανση του σπόρου και κατά συνέπεια την υποβάθμιση της παραγωγής τόσο ποιοτικά όσο και ποσοτικά. Σε κάποιες δε περιπτώσεις η ποσοτική υποβάθμιση είναι τόσο μεγάλη που ο αλωνισμός κρίνεται ασύμφορος, γεγονός που έχει σαν συνέπεια οι παραγωγοί να προσανατολίζονται στην κοπή των σιτηρών και τη διάθεσή τους στην κτηνοτροφία με τη μορφή σανού.
Από τα παραπάνω και με δεδομένη τη γενικότερη οικονομική κατάσταση συμπεραίνεται ότι είναι απόλυτη ανάγκη, περισσότερο από ποτέ, οι παραγωγοί να τύχουν της στήριξης των αρμοδίων δομών του κράτους με κάθε τρόπο, ώστε η παραγωγική δραστηριότητα τόσο στην περιοχή όσο και γενικότερα να συνεχιστεί απρόσκοπτα.
Β) Βαμβάκι: Τη φετινή χρονιά παρουσιάστηκε έντονη διστακτικότητα από τη μεριά των παραγωγών σχετικά με την καλλιέργεια βαμβακιού (της πιο δυναμικής καλλιέργειας η οποία έφθασε σε επίπεδο χώρας τα 4.000.000 στέμματα) με συνέπεια την μείωση των καλλιεργούμενων εκτάσεων στην περιοχή μας σε ποσοστό που ενδεχομένως να ξεπεράσει και το 30% σε σχέση με την περυσινή χρονιά, με ταυτόχρονη στροφή του αγροτικού κόσμου στην αξιοποίηση των συγκεκριμένων εκτάσεων με φθινοπωρινά σιτηρά και αραβόσιτο. Ο κυριότερος λόγος για την μείωση αυτή υπήρξε το διαρκώς αυξανόμενο κόστος παραγωγής και οι έντονες προσβολές των τελευταίων χρόνων από πράσινο και ρόδινο σκουλήκι που είχαν σαν συνέπεια ζημιές που σε κάποιες περιπτώσεις έφτασαν και το 70% της παραγωγής. Μετά από έρευνα και συνεργασία με παραγωγούς, γεωπόνους και άλλους παράγοντες που σχετίζονται με την καλλιέργεια καταλήγουμε στην αποτίμηση του κόστους παραγωγής ως εξής σε ευρώ ανά στρέμμα:
1) Όργωμα – καλλιέργεια εδάφους: 15 ευρώ
2) Βασική Λίπανση: 16 ευρώ
3) Σπορά (μαζί με το κόστος του σπόρου): 21 ευρώ
4) Προφυτρωτική ζιζανιοκτονία: 10 ευρώ
5) Επιφανειακή Λίπανση: 13 ευρώ
6) Μεταφυτρωτική ζιζανιοκτονία: 5 ευρώ
7) Κόστος ηλεκτρικού ρεύματος: 40 ευρώ
8) Κόστος συλλογής: 23 ευρώ
9) Κοπή στελεχών: 1,5 ευρώ
ήτοι σύνολο 144,5 ευρώ ανά στρέμμα (στην παραπάνω ανάλυση δεν περιλαμβάνονται ψεκασμοί για την καταπολέμηση του πράσινου και του ρόδινου σκουληκιού καθώς και του θρίππα, τα καύσιμα αγροτικού αυτοκινήτου και το ενοίκιο της γης). Αν λάβουμε υπ’ όψιν την περυσινή τιμή του σύσπορου βάμβακος η οποία κυμάνθηκε από 0,38 έως 0,42 ευρώ ανά κιλό (Μ.Ο. 0,40 ευρώ ανά κιλό) συνεπάγεται ότι αποκλειστικά για την κάλυψη του κόστους παραγωγής απαιτείται συγκομιδή 350 περίπου κιλών ανά στρέμμα. Κατά συνέπεια το μόνο οικονομικό όφελος του παραγωγού αποτελεί η συνδεδεμένη ενίσχυση (65-70 ευρώ/στρ.) και αυτό υπό την προϋπόθεση ότι χρησιμοποιεί αποκλειστικά ιδιόκτητα χωράφια.
Από τα παραπάνω βγαίνει το συμπέρασμα ότι θα πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες, προκειμένου η βαμβακοκαλλιέργεια να μπορέσει να σταθεί όρθια, δεδομένου ότι οι συνθήκες καλλιέργειας στη Θεσσαλία είναι ιδανικές, ώστε ο παραγωγός να συνεχίσει να καλλιεργεί απολαμβάνοντας τουλάχιστον ένα κομμάτι των κόπων του».