- 7 Μαρτίου, 2013
ΔΕΛΤΙΟ ΘΥΕΛΛΗΣ – γράφει ο Γιώργος Τσιντσίνης – έκδοση 3/3/2013
Τόπος ορφανός
«Ήταν στραβό (θεόστραβο) το κλήμα…. κτλ.»
Κάθετες επιπτώσεις στην τοπική μας οικονομία και σε εκατοντάδες νοικοκυριά επιφέρουν ήδη τα πρόσφατα γεγονότα στις τοπικές βιομηχανίες Sovel και Λούλης.
Η διαθεσιμότητα (μόνο για ένα μήνα, άραγε;) του προσωπικού, στην πρώτη και οι μειώσεις μισθών κατά 17%, στη δεύτερη, πυκνώνουν τα σύννεφα της φτώχειας πάνω από την περιοχή μας, ενώ και τα ποσοστά ανεργίας, οι μικρές επιχειρήσεις και τα καταστήματα που κλείνουν, αυξάνονται διαρκώς.
Όσο κι αν λέμε, ότι επαρχίες σαν τη δική μας αντέχουν καλύτερα στην κρίση, υπάρχουν όρια και σ’ αυτήν την αντοχή και, μ’ αυτές τις δραματικές εξελίξεις, τα πλησιάζουμε επικίνδυνα.
Ειδικότερα στη βδομάδα που πέρασε -την τελευταία του Φεβρουαρίου- είναι χαρακτηριστικό, ότι τα πάντα στην πόλη, νύχτα και μέρα, έμοιαζαν νεκρωμένα, αφού ούτε κατανάλωση ούτε κίνηση ούτε διασκέδαση κτλ. μπορούν να γίνουν με άδεια πορτοφόλια. Ακόμη κι η λαϊκή αγορά της Παρασκευής ήταν σχεδόν άδεια από κόσμο.
Οι συνταξιούχοι κοιτούσαν με αγωνία το ημερολόγιο, για να έρθει η ώρα να εισπράξουν την πετσοκομμένη σύνταξή τους και οι αγρότες περιμένουν μεθαύριο, να υλοποιηθούν οι κυβερνητικές υποσχέσεις, για την επιστροφή του φόρου από το αγροτικό πετρέλαιο και τη συνδεδεμένη ενίσχυση στο βαμβάκι. «Παρηγοριά στον άρρωστο», δηλαδή…
Πώς και πού θα σταθεί πλέον αυτός ο τόπος και πότε θα σταματήσει η κάθετη κατρακύλα του; Ποιός νοιάζεται και ποιος φροντίζει να κάνει κάτι;
Μη μου πείτε το Εργατικό Κέντρο… Μιλάμε για μια ανύπαρκτη …οπερέτα, χωρίς καμιά ενέργεια και δράση, μια ανακοίνωση έστω, που θα συγκεντρώνει και θα οργανώνει τους εργαζόμενους που απέμειναν.
Στην Ένωση Επαγγελματοβιοτεχνών κι Εμπόρων ερίζουν για την καρέκλα του Προέδρου, λες και δεν βλέπουν την καταιγίδα που «πνίγει» την αγορά.
Αλλά και το ντόπιο αγροτικό συνδικαλιστικό κίνημα είναι περίπου ορφανό, αν εξαιρέσεις το φιλότιμο λίγων και κάποια δράση νέων αγροτών.
Μήπως ο Δήμος; Μα, αυτός κοιτάζει να συμμαζέψει τα δικά του «κουρέλια», γιατί μόνο με πιστώσεις – κουρέλια πια επιβιώνει, μέχρι τουλάχιστον να αρχίσουν να υλοποιούνται κάποια έργα.
Μήπως είδατε, όλους αυτούς τους μήνες που πέρασαν, να περνάει τη γειτονιά σας ή να χτυπάει την πόρτα σας κανένας από τους γνωστούς εθνοπατέρες και εθνομητέρες, που προεκλογικά σας έχουν γεμίσει …σάλια, με αγκαλίτσες και φιλάκια; Εξαφανισμένοι και πλήρως απαξιωμένοι. Καλά, αυτοί φαλίρισαν πολιτικά, πριν από τους ατυχείς ψηφοφόρους τους.
Ποιός θα βρεθεί -επομένως- να στέρξει τους απελπισμένους, φτωχούς φαμελίτες του Αλμυρού, πέρα από τις φιλανθρωπίες της Εκκλησίας και κάποιων εθελοντικών ομάδων, που παλεύουν με νύχια και με δόντια, ώστε να μην πεινάσει κανείς;
Αναρωτιέμαι επίσης, πώς αισθάνονται όλοι εκείνοι, που για τα δικά τους μικροσυμφέροντα, με διάφορους τρόπους και προσχήματα, προσπάθησαν και προσπαθούν να φρενάρουν νέες επενδύσεις στην περιοχή μας;
Φτωχαίνουμε και πονάμε, ματώνουμε καθημερινά, αλλά αν ειπωθούν δυο σκληρές αλήθειες ακόμη, δεν νομίζω ότι θα χαλάσει κανενός το …χουζούρι. Γιατί δεν υπάρχει πια χουζούρι, για τη συντριπτική πλειοψηφία των συμπατριωτών μας. Μόνο αβυσσαλέο άγχος υπάρχει, κατάθλιψη και απόγνωση, νύχτες αγρύπνιας και εφιάλτες.
Ότι ήρθε η ώρα να οργανωθεί και να αντιδράσει, να πάρει τις δικές της πρωτοβουλίες η κοινωνία των πολιτών. ούτε λόγος… Για να σώσει ο καθένας το σπίτι του, πρέπει να βάλει πλάτη μήπως και σωθεί το σπίτι του γείτονα.
Αφύπνιση, αλληλεγγύη, συνεργασία, αλληλοβοήθεια, μήπως και σπρώξουμε τον καιρό και ξημερώσει μια καλύτερη μέρα.
Και προσευχή… Πολλή προσευχή, ο Θεός να μας κρατήσει όλους γερούς και να βάλει το χέρι του.
Δεν ακούμπησε
Πέρασε και δεν …ακούμπησε τον Αλμυρό, η ανανέωση, η ανασυγκρότηση και η αναγέννηση του ΠΑΣΟΚ.
Αν κρίνει κανείς από το ποιοι εκλέχτηκαν να εκπροσωπήσουν την περιοχή μας στο επικείμενο Συνέδριο του Κινήματος, σ’ αυτό το αποκαρδιωτικό συμπέρασμα καταλήγει.
Τα ίδια πρόσωπα του παλιού ΠΑΣΟΚ, με εκλογικές διαδικασίες που ελέγχονται ως προς την καταστατική τους νομιμότητα. Λέγεται μάλιστα, ότι εμφανίστηκε παλιό στέλεχος από χωριό, κρατώντας πολλές ταυτότητες συγγενών και φίλων του (κάτι που έγινε μάλλον και με άλλα μέλη), αλλά δεν του επέτρεψαν να τις χρησιμοποιήσει σε αντίστοιχες ψήφους, γιατί θεωρήθηκε υπερβολή, αλλά και γιατί ίσως θα αλλοίωνε το αδιάβλητο (χα, χα) της ψηφοφορίας, έτσι όπως τη φαντάστηκαν τουλάχιστον οι γνωστοί «μάγειροι».
Μόλις την περασμένη Κυριακή, σ’ ατή εδώ τη στήλη έγραφα, ότι «στο νέο πολιτικό σκηνικό είναι ήδη ορατό, πως οι «κοτζαμπάσηδες» του χθες άρχισαν να ασφυκτιούν, επειδή διαισθάνονται ότι ξεπερνιούνται από τη συλλογική αφύπνιση των πολιτών και δεν θα έχουν πια ρόλο στα τοπικά μας πράγματα».
Εκείνο που δεν συμπλήρωσα είναι, ότι τα κύκνεια κομματικά τους άσματα θα είναι σπασμωδικά, γεμάτα λάθη που τους εκθέτουν (όπως το παραπάνω), αλλά και αδικούν τους ίδιους και την προηγούμενη προσφορά τους στην τοπική κοινωνία.
Αλλά -αλίμονο- αν και ξεπερασμένοι, κάποιοι θα εξακολουθούν να θεωρούν τους οικείους τους κομματικούς χώρους κάτι σαν προσωπικά φέουδα και τιμάρια. Κι αυτό είναι άδικο για τους υπόλοιπους ομοϊδεάτες τους. Άδικο πρωτίστως για τη νέα γενιά, που περιμένει για να δώσει πολύ περισσότερα.
Άδεια χέρια
Η -δεύτερη κατά σειρά- αποχώρηση των αγροτών από τα μπλόκα, με άδεια χέρια, αφού τίποτε σχεδόν δεν πήραν από την Κυβέρνηση, αν και αρκετά από τα αιτήματά τους και λογικά ήταν και δίκαια.
Τέτοιου είδους διεκδικήσεις, αποσπασματικές και στην ίδια πάντοτε χρονική περίοδο, που είναι περίπου «νεκρή» για αγροτικές εργασίες, δεν αποδίδουν πια, ειδικότερα όταν εντάσσονται μέσα στα σφιχτά περιθώρια που θέτει η Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και μέσα στου «ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος» της Ελληνικής κακοδαιμονίας.
Πέρα, ωστόσο, από τα επίκαιρα προβλήματα της Ελληνικής αγροτιάς, που συνδέονται με το αυξημένο κόστος παραγωγής, τη συνέχεια ή όχι των επιδοτήσεων κτλ., αν δεν γίνει μια ριζική αναδιάρθρωση των καλλιεργειών, αν δεν γίνει ο Έλληνας αγρότης ανταγωνιστικός του Ευρωπαίου συναδέλφου του, αν δεν προχωρήσει η τυποποίηση των αγροτικών προϊόντων δίπλα απ’ τα χωράφια μας, κανένα ουσιαστικό πρόβλημα δεν πρόκειται να λυθεί, ούτε να αλλάξει η μοίρα και η πορεία για το μέλλον.
Φρόνιμα
Η τοπική εφημερίδα και ο γράφων (που κάποτε έβαλε προσωπική «πλάτη» για να ανασυσταθεί η Ένωση Επαγγελματοβιοτεχνών και Εμπόρων, άρα έχει πρόσθετο λόγο) τάσσονται σαφώς υπέρ της εφαρμογής του καταστατικού και τις διεξαγωγής αρχαιρεσιών, μέσα στον τρέχοντα μήνα, όπως προβλέπεται άλλωστε και με πρόσθετη αφορμή τη συνταξιοδότηση του φίλου Προέδρου Δημήτρη Καλλέ.
Όσα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου κινούνται για να αναλάβουν ενδιάμεσα τη Διοίκηση -υποχρεώνοντας τον Καλλέ σε παραίτηση- και να καθυστερήσουν μετά τις αρχαιρεσίες, θα με βρουν μπροστά τους, όπως και την πλειοψηφία των μελών της Ένωσης.
Αυτές είναι κινήσεις που πάσχουν από νομιμότητα και υποκρύπτουν προσωπικές φιλοδοξίες, πολυτέλεια για μια διαλυμένη αγορά που έχει άλλα σοβαρά προβλήματα. Ή μήπως κρύβει και μικροσυμφέροντα;
Σε κάθε περίπτωση, ηρεμήστε και πηγαίνετε συντεταγμένα και μονιασμένα σε αρχαιρεσίες, γιατί αλλιώς σας υπόσχομαι ότι εγώ προσωπικά θα ανοίξω τον ασκό του Αιόλου.
Γιατί και «ασκός» υπάρχει (με ράμματα γούνας) και ο Αίολος είναι …συμπέθερός μου.
Έκλεψε κεριά
Ένα περιστατικό που σημειώθηκε τις τελευταίες ημέρες στην κοινωνία της Αλεξανδρούπολης, αποτυπώνει με τον πιο ρεαλιστικό τρόπο την κρίση και τις στερήσεις βασικών αγαθών, που έχει επιφέρει σε αρκετές οικογένειες.
Όπως αποκαλύπτει η εφημερίδα «Γνώμη» του Έβρου, ένα 8χρονο παιδάκι από την Αλεξανδρούπολη αναγκάστηκε να κλέψει κεριά από εκκλησία, μια και στο σπίτι του -όπως είπε- δεν έχουν πια ηλεκτρικό ρεύμα, αφού τους το έκοψε η ΔΕΗ.
Τον 8χρονο παρατήρησαν περαστικοί, σε κεντρικό σημείο της πόλης, να κραδαίνει κεριά, τα οποία -όπως ο ίδιος παραδέχθηκε- αφαίρεσε από εκκλησία.
«Δεν έχουμε στο σπίτι μας ρεύμα, μας το έκοψαν και δεν μπορώ να διαβάσω για το σχολείο», είπε στους περαστικούς, αφήνοντάς τους άφωνους.
Τι να πρωτοπεί κανείς; Να επαινέσει τον τσαγανό του πιτσιρικά και τη φλόγα που έχει για διάβασμα ή μήπως να κρυφτεί -ως χρεοκοπημένος Έλληνας- που πρέπει να ντρέπεται για την κατάντια μας και τα δραματικά αδιέξοδα, με τα οποία έχουμε φορτώσει τα παιδιά μας;